ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

Το μειράκιον, ο μικρός Τάσος



Η ύπαρξη στην ιστορία του ολοκαυτώματος του Μαυροματίου του μικρού Τάσου, εμφανίζεται μόνο στην διήγηση του Τσεβά. Ο Βάγιαννης δεν κάνει λόγο για την ύπαρξή του στην ιστορία μας, αλλά όπως είδαμε η διήγηση του Βάγιαννη παρουσιάζει γενικότερα κενά.
Ο Γιάννης ο Μήτρου, ο οποίος κατάγεται και από το Μαυρομάτι, στο βιβλίο του «Η Αγία Σωτήρα και το ολοκαύτωμα Σκουρτανιώτη στον ομώνυμο ναό» γράφει τα εξής σχετικά με το μικρό Τάσο:


«Ο μικρός Τάσος και το Παρατηρητήριο

Το επίθετο του Τάσου δεν αναφέρεται , αλλά η προφορική παράδοση στέκεται σε έξι πιθανά επίθετα. Το γεγονός ότι την περίοδο αυτή είχε πάρει το δρόμο της ξενιτιάς η πλειοψηφία του τοπικού πληθυσμού, παίρνοντας μαζί του όλα σχεδόν τα γυναικόπαιδα, κρύβοντας τα υπάρχοντά τους στις νεοεμφανιζόμενες «Πονίτσες» και αφήνοντας μονάχα τους γεροντότερους στο Μαυρομάτι, περιορίζει κατά πολύ την αναζήτηση του μικρού Τάσου. Και επειδή είναι βέβαιο ότι τα μικρά παιδιά έλειπαν από το χωριό ή οι γηγενείς τα είχαν πάρει με το ζόρι γιατί είχε προηγηθεί η ομηρία μικρών παιδιών από τους Οθωμανούς το 1820-21 (97), το πεδίο των αναζητήσεών μας μειώνεται σημαντικά. Υποθέτουμε βέβαια, ότι μόνον ένας επήλυδας, θα ήταν τόσο αφελής να αφήσει το παιδί του να «αλωνίζει» στη διάρκεια του πολέμου, με την έννοια ότι αγνοούσε τις επικρατούσες συνθήκες στη περιοχή.
Τη περίοδο αυτή, ο ηλικίας 8 ετών, λαβαίνοντας υπόψη το διασωζόμενο μητρώο αρένων από το 1780, είναι ο Τάσσος Ιωαν. Κουτρουλάρας ή «μικρός Τάσος» όπως λεγόταν μέχρι και την έναρξη του 20ου αιώνα. Η Αικατερίνη Ξυδώνα-Παπαθανασίου, τοπική πληροφοριοδότρια για την εποχή της Τουρκοκρατίας, η οποία αγνοούσε της ημερομηνίες γεννήσεως ορισμένων συγχωριανών της, είχε ακούσει από τη γιαγιά της, αλλά δε θυμότανε με ακρίβεια, ότι ένας από τους Κουτρουλαραίους ή τους Κρεμμυδαίους ήταν ο μικρός Τάσσος. Και εδώ δεν θα πρέπει να γίνει σύγχυση με έναν άλλον μικρό Τάσσο, τον Τάσσο Πανούση Κρεμμύδα, ο οποίος γεννήθηκε μόλις το 1830 ή 1836.
Το πώς βρέθηκε ο Τάσσος εκεί, παραμένει μέχρι σήμερα ένα ερώτημα. Οι απαντήσεις μας μόνον σε εικασίες θα μπορούσαν να στηριχθούν. Η ιστορία ωστόσο, θα πρέπει να αποδεχτεί εδώ και την πιθανότητα του τυχαίου. Ο μικρός Τάσσος μπορεί να είδε και να επιχείρησε να θαυμάσει από κοντά τους καπεταναρέους όπως τους αποκαλούσε. Μπορεί και να περνούσε τυχαία από εκεί. Μπορεί να είχε χάσει κάποιο πρόβατο και να έψαχνε να το βρει κοντά στη περιοχή, μιας και ήταν τσοπανόπουλο.
Αυτή η τελευταία μάλιστα εκδοχή, ότι ο Τάσσος δηλαδή ήταν απλώς ένα τσοπανόπουλο και όχι κάποιος παρατηρητής, απορρίπτει μια παλαιότερη θεωρία, που έλεγε ότι στο σημείο αυτό ήταν τοποθετημένο το παρατηρητήριο του χωριού και τα μικρά παιδιά έστηναν καρτέρι για να επιβλέπουν το χώρο. Εκεί στο «μεγάλο πουρνάρι» σύμφωνα με την προφορική παράδοση, έκαναν σκοπιά οι πιο ευκίνητοι και οι πιο γρήγοροι, για να ειδοποιούν τους γηγενείς σε ενδεχόμενη εισβολή των Οθωμανών στο χωριό.
Όπως καταλαβαίνουμε, η μία εκδοχή αναιρεί την άλλη (98), με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα. Το μεγάλο πουρνάρι υπήρξε ως τοποθεσία, αλλά δεν γνωρίζουμε εάν υπήρξε αποκλειστικά ως παρατηρητήριο. Την περίοδο αυτή, η συντριπτική πλειοψηφία του τοπικού πληθυσμού, είχε ξενιτευτεί σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Μόνον ο γεροντικός πληθυσμός είχε παραμείνει στο Μαυρομάτι. Και όταν μένουν στο χωριό μόνον οι γηραιότεροι, το χωριό λειτουργεί ως μηχανισμός προστασίας κάθε παιδικής ανθρώπινης ψυχής. Δεν διακινδυνεύει να χάσει έναν νέο σε ηλικία, στο βωμό της σωτηρίας ενός γηραιότερου.»


Αυτά γράφει στο βιβλίο του ο Μήτρου για τον μικρό Τάσο. Ο πιθανότερος λοιπόν Τάσος της ιστορίας μας, είναι ο Τάσος Ιωαν. Κουτρουλάρας. Ο Τσεβάς τον αναφέρει «ρακένδυτο και ανυπόδητο» οπότε η άποψη του Μήτρου πως πρόκειται για επήλυδα ή τουλάχιστον πάμφτωχο, ενδέχεται να στέκει.
Η οικογένεια του Τάσσου Κουτρουλάρα λοιπόν, δεν είχε φύγει μαζί με την πλειοψηφία των γηγενών για τη Πελοπόννησο και τα νησιά και πιθανόν οι γονείς του να ήταν τσοπάνηδες σε ξένα κοπάδια. Ο έλεγχος σίγουρα των γονέων του απέναντί του, ήταν ιδιαίτερα χαλαρός για να μπορεί ο μικρός να «αλωνίζει» κάτω από τέτοιες συνθήκες. Η ύπαρξη όμως του σώματος των Ελλήνων ανταρτών στη περιοχή, μπορεί να παρείχε αίσθημα ασφάλειας για τους γονείς του μικρού και να βρισκόταν εκεί εις γνώση τους, για να θαυμάσει από κοντά τους καπεταναρέους. Αλλά μη κρίνουμε τους γονείς της εποχής σύμφωνα με τα δικά μας σταθμά. Υπάρχουν γονείς και γονείς. Άλλοι αφήνουν τα παιδιά να αλωνίζουν και άλλοι όχι. Ακόμη και στη δικιά μας εποχή, ο έλεγχος από τους γονείς δεν ήταν ίδιος για όλους μας. Άλλα παιδιά στο δικό μου χωριό αλώνιζαν όλη την ημέρα στο βουνό και το κάμπο χωρίς κανέναν έλεγχο και άλλα δε τολμούσαν να πάνε κάπου χωρίς να ενημερώσουν τους γονείς τους.
Ο πιθανότερος λόγος λοιπόν να βρέθηκε εκεί ο μικρός Τάσος Κουτρουλάρας, ήταν να θαυμάσει τους καπεταναρέους. Εάν έβοσκε ξένα πρόβατα, δεν θα βρισκόταν εκεί, από φόβο μήπως κάποιος από τους αντάρτες του αρπάξει κάποιο πρόβατο για τροφή. Ακόμη, οι κινήσεις του σύμφωνα με την διήγηση του Τσεβά, δε δηλώνουν πως ο μικρός Τάσος είχε το βάρος ενός κοπαδιού δίπλα του. Οι κινήσεις του δηλώνουν πλήρη ελευθερία κινήσεων. Η μη ύπαρξη ακόμη άλλου παιδιού φίλου του, αποδεικνύει την μεγάλη εσωτερική μετανάστευση των γηγενών. Ίσως ο μικρός Τάσος να ήταν από τα ελάχιστα παιδιά που είχαν παραμείνει εκεί, γι’ αυτό το λόγο δε πήγε μαζί με φίλους του να θαυμάσει τους καπεταναρέους, αλλά πήγε μόνος.
Υπάρχει όμως κάτι που με προβληματίζει στη διήγηση του Τσεβά για τον μικρό Τάσο, γιατί μέχρι σήμερα πιστεύαμε πως οι επιθέσεις των Τούρκων έγιναν από την βορειοδυτική πλευρά.
Ο μικρός Τάσος πρωτοεμφανίζεται στη διήγηση του Τσεβά τη στιγμή που αντιδικεί με τον Δρίτσουλα και τους άλλους αν θα δώσει μάχη στο συγκεκριμένο σημείο ή όχι.
«Ενώ δε οι πλείστοι των ανδρών, εν οις και ο αδελφός του Κωνσταντίνος Σκουρτανιώτης ετάχθησαν με την ιδέα της παραμονής και αντιστάσεως, ο δε Σκουρτανιώτης δεν είχε εγκαταλείψει την σώτειραν ιδέαν της αναχωρήσεως, επιμένων ότι πρέπει αυτός να εκλέξη τον τόπον και τον χρόνον της μάχης και όχι οι Τούρκοι, την συζήτηση διέκοψεν η εμφάνισης μειρακίου τινός ευφυέστατου, αλλ' ανυποδήτου και ρακένδυτου, όπερ ασθμαίνον με φωνήν διακεκομμένην είπε: ''Καπεταναρέοι, έρχονται Τούρκοι πολλοί. Εγέμισαν το κάμπο. Τους είδα απ' επάνω απ' το μεγάλο πουρνάρι!''»
Ο μικρός Τάσος λοιπόν μέχρι εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στο μεγάλο πουρνάρι, στο υψηλότερο ύψωμα της περιοχής βορειοδυτικά της Αγίας Σωτήρας, που σύμφωνα με την παράδοση, ήταν παρατηρητήριο των γηγενών. Το πρώτο ερώτημα είναι γιατί δεν είχε τοποθετηθεί εκεί Έλληνας αντάρτης από τον Σκουρτανιώτη, αφού ήταν πλεονεκτικό σημείο παρακολούθησης, παρά βρισκόταν εκεί μονάχα ο μικρός Τάσος. Και αυτά ύστερα από το κυνηγητό του Δρίτσουλα από τους 20 έφιππους και τις απαραίτητες ντουφεκιές που σίγουρα έθεσαν σε εγρήγορση το σώμα της Αγίας Σωτήρας του Σκουρτανιώτη. Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί, είναι να μεσολάβησε τόσο δυνατός καυγάς μεταξύ Δρίτσουλα και Σκουρτανιώτη, που ακόμη και ο αντάρτης παρατηρητής να έφυγε για να δει τι τρέχει μεταξύ των καπεταναίων, αφήνοντας στη θέση του το μικρό Τάσο που μπορεί να βρισκόταν από ώρα μαζί του για να του κάνει παρέα.
Ακολουθεί η πρώτη μάχη.
«Τας πρώτας λυσώδους επιθέσεις, καθ' ας 150 περίπου Τούρκοι εκάλυψαν τον προ του περιβόλου της εκκλησίας χώρον, διεδέχθησαν άλλαι αραιότεραι και ασθενέστεραι και περί τας 3 μ.μ. έπαυσαν εντελώς. Ο Σκουρτανιώτης αποτεινόμενος τότε προς τους ατρομήτους εκείνους άνδρας, οίτινες τόσον ηρωικώς εμάχοντο είπεν. ''Σε λίγο η θα φύγουν οι Τούρκοι η θα έλθη εις αυτούς βοήθεια. Αυτό σημαίνει η παύσις της επιθέσεως. Εάν είχομεν πολεμοφόδια, ας ήρχοντο και άλλοι τόσοι. Η αγία Σωτείρα του Μαυροματίου θα επισκίαζε το χάνι της Γραβιάς''»
και
"Μόλις ετελείωσε την φράσιν ταύτην ο Σκουρτανιώτης, ηκούσθη η φωνή του μικρού Τάσου, όστις κατελθών εν τάχει του παρατηρητηρίου του, ανεριχήθη επί της μάνδρας της εκκλησίας και από του σημείου τούτου εφώναξε. ''Έρχονται και άλλοι πολλοί, απ' εδώ κι από κει και καβαλλαρέοι απ' επάνω!''»
Εδώ εμφανίζεται πάλι ο μικρός Τάσος. Αλλά ποιο παρατηρητήριο εννοεί; Το μεγάλο πουρνάρι; Μα τότε είναι εύκολα αντιληπτό, ότι το μεγάλο πουρνάρι μέχρι τότε, ήταν ακόμα ελεύθερο από Τούρκους. Οι Τούρκοι λοιπόν, δεν ήρθαν από τα βορειοδυτικά της Αγίας Σωτήρας αλλά από τα βορειοανατολικά! Οι πρώτες επιθέσεις δηλαδή, έγιναν από την ανατολική πλευρά κάτι που μέχρι σήμερα το είχαμε αποκλείσει.
Διότι ο μικρός Τάσος από τη δυτική πλευρά που βρισκόταν το μεγάλο πουρνάρι «ανεριχήθη επί της μάνδρας της εκκλησίας (καλυπτόμενος από τυχόν πυρά των Τούρκων από την ίδια την εκκλησία) και από του σημείου τούτου εφώναξε» Αν οι Τούρκοι είχαν καταλάβει το μεγάλο πουρνάρι από την αρχή, ο μικρός Τάσος δε θα μπορούσε να βρίσκεται εκεί, ούτε να έχει τη πολυτέλεια να ανεβαίνει στη μάντρα και να φωνάζει, αφού θα βρισκόταν ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά.
«''Έρχονται και άλλοι πολλοί, απ' εδώ κι από κει και καβαλλαρέοι απ' επάνω!''»
Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν, φτάνουμε στο συμπέρασμα πως οι Τούρκοι πρωτοεμφανίστηκαν στο χαμηλό λόφο βορειοανατολικά της Αγίας Σωτήρας. Ένας λόφος που είναι μεν χαμηλότερα από το σημείο που βρίσκεται ο ναός, αλλά πιο εύκολα προσβάσιμος από όσους έρχονται από το κάμπο. Από κει οργάνωσαν τις πρώτες επιθέσεις στην ανατολική πλευρά του ναού. Αυτές οι πρώτες επιθέσεις είχαν το μειονέκτημα να γίνονται από χαμηλά και οι Τούρκοι στρατιώτες να κουράζονται προς την ανηφόρα. Όταν κατάλαβαν το μειονέκτημά τους αυτό και με την επικουρία που ήρθε στη συνέχεια, άρχισαν να κυκλώνουν την εκκλησία σιγά σιγά από βόρεια και βορειοδυτικά μέχρι το μεγάλο πουρνάρι. Τότε έφυγε ο μικρός Τάσος και οι Τούρκοι να επιτίθενται από τρεις τουλάχιστον πλευρές, γιατί σίγουρα δε θυσίασαν την ανατολική πλευρά, έστω για να κόψουν το δρόμο διαφυγής στους αντάρτες.
Αλλά τι απέγινε ο μικρός Τάσος; Σύμφωνα με την διήγηση του Τσεβά, βρίσκεται πάνω στη μάντρα της εκκλησίας και ενημερώνει τον αρχηγό για την μεγάλη επικουρία των εχθρών. Ο μικρός Τάσος που μέχρι τότε παρακολουθεί εκστασιασμένος και σχετικά ασφαλής, από το μεγάλο πουρνάρι τη μάχη που γέρνει μέχρι τότε υπέρ των Ελλήνων, φαίνεται ξαφνικά –αντικρίζοντας πλείστους Οθωμανούς και έφιππους να έρχονται από παντού, τρομοκρατημένος. Το πιθανότερο είναι να ακολούθησε τις συμβουλές του αρχηγού ή κάποιου αντρός του, να μη πήδησε ποτέ μέσα στο περίβολο του ναού, αλλά πάλι έξω και με κάλυψη τη μάντρα να χάθηκε νοτιοδυτικά προς το χωριό ή τις νοτιοδυτικές παρυφές του επόμενου λόφου, όπου ασφαλής θα παρακολούθησε τη συνέχεια από μακριά.
Να λοιπόν που η ενασχόλησή μας με το μικρό Τάσο, μας βοήθησε να αναλύσουμε ακόμη και τα στάδια της μάχης.