ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2007

Μία επιστολή του Αθ. Σκουρτανιώτη στο Βουλευτικό


Δημοσιεύουμε σήμερα, μία από τις επιστολές του καπετάνιου προς το Βουλευτικό. Μέσα από αυτήν, αντιλαμβανόμαστε εκτός από τις άλλες δυσκολίες, τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε επισιτισμού των ανδρών του. Τα δύσκολα εκείνα χρόνια, το κύρος κάθε καπετάνιου, εξαρτιόταν από το αν μπορούσε να σιτίσει τους άντρες του και να τους δώσει έναν μικρό μισθό να στέλνουν στις οικογένειές τους. Εάν κάποιος καπετάνιος, δεν κατόρθωνε να χορηγήσει αυτά τα απαραίτητα στους άνδρες του, εκείνοι έφευγαν και πήγαιναν σε άλλον καπετάνιο.


Πηγή: Γενικά αρχεία του κράτους

''Προς την Υπερτάτην Βουλήν απονέμω
την δουλικήν μου προσκύνησιν

Σας ειδοποιώ ότι κατά την ογδόην του τρέχοντος, μας ηκολούθησεν
.........(μη αναγνώσιμο) τους εχθρούς και εκάμαμεν, ένα ακροβολισμόν, πεισματώδην με αυτούς, όπου σχεδόν δεν εδούλευον άρματα, μόνον χέρια μαχαίρια, κατά τον Ανηφορίτην, όθεν τους εβοήθησεν η τύχη, όπου είμαθε πλησίον και ακούοντες από Εύριπον, τους κρότους, έδραμον και τους ελευθέρωσαν και ημείς ετραβήχθημεν εις τα σύνορά μας, διορίζοντες προφυλακάς, να φυλάττουν και να έχωμεν ειδήσεις. Στας δώδεκα του παρόντος, ανεχώρησα και ήλθον εις Μέγαρα με απόφασιν να έλθω προς την Σεβαστήν μας Βουλήν, να ομιλήσω τα παράπονά μου, βιαζόμενος και από τους εδικούς μου Έλληνας ζητώντας τους ελουφέδες τους (μισθούς) και τα γεμεκλίκια (τρόφιμα, πολεμοφόδια, ζωοτροφές). Τρίτη ευρισκόμενος εις Μέγαρα, μου ήλθεν είδησις ότι να επιστρέψω οπίσω, επειδή ευγήκαν οι Τούρκοι από τον Εύριπον και έστησαν τα Τζαντήρια τους, από Βλύχες έξω έως τα Χάλια, και είναι αυτού, λοιπόν δεν ηξεύρει τινάς που είναι ο σκοπός τους, διά την Θήβαν πάλιν είναι, διά πάνω μελετούσιν, ουδείς γιγνώσκει. Λοιπόν αφού εμποδίσθην, γράφω και στέλλω τον αδελφόν μου με τον παπά (εννοεί η τον Παπαδιπλό τον συμπατριώτη του η τον παπα Γιώργη Παπαϊωάννου από το Δερβενοσάλεσι) και παρακαλώ θερμώς, οπού να κάνετε τον τρόπον να μας προφθάσετε τόσον τα γεμεκλίκια (τρόφιμα) όσον και για τους ελουφέδες, επειδή και με στενοχωρούν πολλά καθεκάστην ημέραν, μόνον μας γελάς με το σήμερον και αύριον και δεν μας δίδεις τίποτε, πλην επειδή και μας είπες ότι να έχωμεν υπομονήν, ωστε να έλθη η είδησις από την Σεβαστήν μας Διοίκησιν υπομένομεν και τώρα λοιπών παρακαλώ, να μην μας αφήσετε περίλυπους αγκαλά και τραβηχτούν οι Τούρκοι διά απάνω και θέλω έλθει και μόνος εις προσκύνησίν σας και σας ομιλώ και εκ στόματος τα δέοντα. Ταύτα και μένω


αωκδ Σεπτεμβρίου ιδ

Από Μέγαρα

Όλως εις τας επιταγάς Υμών

Αθανάσιος Σκουρτανιώτης

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

Αρχηγός Ανατολικής Στερεάς


Διαβάζουμε στον ΓΙΩΡΓΗ Β. ΛΟΥΚΑ-ΦΑΝΟΠΟΥΛΟ:

''...Είχαν εκμαυλήσει (εννοεί το Βουλευτικό) σε τέτοιο βαθμό μικροκαπεταναίους και παλληκάρια....που ξετραχηλισμένος (ο Γκούρας) δε δίστασε να επιδοθεί σ' ένα ανήκουστο πλιατσικολόγημα από την Αττική ως την Αράχωβα, ρημάζοντας τους πάντες και τα πάντα, έτσι που να μην υπάρχει στις δύο επαρχίες αυτές -κυρίως στην επαρχία της Θήβας- τίποτα το στρατιωτικά αξιόλογο και έτοιμο να αποκρούσει κάθε τουρκική εισβολή, εξόν από τις λίγες δυνάμεις, που μέναν πιστές στον Θανάση Σκουρτανιώτη και τον Γιάννη Δρίτσουλα δυτικά της Θήβας.
Έτσι ο δρόμος για τον Ομέρ πασά της Ευρίπου προς τη Θήβα και Λειβαδιά ήταν ανεμπόδιστος για να ανοίξει τελείως μετά το ατυχές ολοκαύτωμα της Αγίας Σωτήρας στο Μαυρομάτι.
Το κενό αυτό θα πρέπει να το είδε η κυβέρνηση -ύστερα μάλιστα από τις απανωτές διαμαρτυρίες των κατοίκων κατά των αθλιοτήτων των αντρών του Γκούρα και από το διαγούμισμα της Βοιωτίας από τον Ομέρ της Εύβοιας- ώστε αποφάσισε να ορίσει αρχηγό των όπλων της επαρχίας Θηβών τον Θανάση Σκουρτανιώτη.
Στην 11 Φεβρουαρίου 1826 επιστολή του σταλμένη από το Κακόσι ο Στάθης Κατσικογιάννης αναφέρει ότι η Διοίκηση είχε διορίσει τον Θανάση Σκουρτανιώτη οπλαρχηγό της Θήβας. Έτσι, ενώ έχουμε μια αναμφισβήτητη μαρτυρία για το γεγονός αυτό, δεν ξέρουμε την ημερομηνία που έγινε ο διορισμός. Από την μελέτη των εγγράφων...συνάγουμε το συμπέρασμα ότι αυτό έγινε το 1825 απόταν κι αποφάσισε η πήρε εντολή να τραβήξει προς τα δυτικά των Θηβών''


Πριν διοριστεί όμως αρχηγός το 1825, στα πρώτα χρόνια της επανάστασης, πάλι από τον ΛΟΥΚΑ ΦΑΝΟΠΟΥΛΟ:

''...Εμάς σήμερα μας υποχρεώνουν μερικά έγγραφα, που βρέθηκαν κατά την έρευνά μας στα Γενικά αρχεία του κράτους, να σταθούμε σ' αυτά σαν μια μαρτυρία από πρώτο χέρι και δεύτερο γιατί φωτίζουν πολλά πράγματα γύρω από τον Θανάση Σκουρτανιώτη, αλλά σε συνέχεια και γύρω από την τότε εποχή και τα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα.
Το ένα έγγραφο του Εκτελεστικού (ΓΑΚ, Εκτ.133) σταλμένο από την Σαλαμίνα στις 27 Αυγούστου 1823 με υπογραφή του Πετρόμπεη.....και το άλλο (ΓΑΚ, Εκτ. 136) επίσης από το Εκτελεστικό από την Σαλαμίνα κι αυτό 3 Σεπτεμβρίου 1823 με υπογραφή τους ίδιους που αναφέραμε παραπάνω............απευθύνονται στον Γενικό Φροντιστή Ρήγα Παλαμίδα.
Στο πρώτο του γράφουν να δώσει στον καπετάν ΄΄Αθανάσιον Σκουρτανιώτην διά πέντε ημέρας ταϊνια ανά 150, ήτοι εκατόν πενήντα ταϊνια πάσαν ημέραν προς ήμισυ οκάν αλεύρι να είναι έκαστον ταϊνι΄΄ ενώ στο δεύτερο να του δώσει τα ίδια ταϊνια, αλλά για τέσσερες ημέρες.
Από τα ταϊνια φαίνεται ότι είχε στην οδηγίαν του εκατόν πενήντα παλληκάρια (το 1823)
Αυτά όσον αφορά την αναγνώρισή του σαν Καπετάνιου ώς τα τότε.
Γιατί στις 28 Μαϊου 1824 το Εκτελεστικό, με το υπ. αριθ. 1664 έγγραφο από τους Μύλους προς το Βουλευτικό, κάνει γνωστό ότι ''ενέκρινεν (τούτον) άξιον να προβιβασθή Χιλίαρχος'' και ζητάει την επικύρωσή του και από το Σώμα αυτό.
Χωρίς άργητα το Βουλευτικό Σώμα με το υπ αριθ. 876 της 29 Μαϊου 1824 από το Άργος απαντάει πως ΄΄ο παρά του Σ. Εκτελεστικού προβαλλόμενος Κύριος Αθανάσιος Σκουρτανιώτης άξιος εις τον βαθμόν της χιλιαρχίας, ενεκρίθη και παρά του Βουλευτικού΄΄
Ο Αντιπρόεδρος
Βρεσθένης Θεοδώρητος
Ο Α' Γραμματεύς
Ιω. Σκανδαλίδης''


(στην εικόνα του άρθρου, ο ανίερος Γκούρας)

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2007

'Άλλες πηγές για το ολοκαύτωμα


Κατά ΣΠΗΛΙΑΔΗ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ τομ. Β' σελ 472

Την 3 του Νοεμβρίου οι Τούρκοι της Εύβοιας, εις τα περί τον Κάλαμον αποβάντες παράλια, εκινήθησαν εις τας πεδιάδας της Λεβαδείας και δεν έβλαψαν τους κατοίκους, διότι ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης τους είχεν ειδοποιήσει και προλάβοντες είχον αποσυρθή εις σφαλή μέρη, αλλ' επιστρέφοντες οι Τούρκοι, εύρον μέρος εξ αυτών κατά το Μαυρομάτι, χωρίον των Θηβών, τον ειρημένον Σκουρτανιώτην με σαράντα πέντε στρατιώτας και τον προσέβαλον οχυρωθέντα εις το περιτείχισμα παρακείμενης τινός εκκλησίας, και εφονεύθησαν πολλοί, αλλ' εις την ακμήν της μάχης έφθασαν όλον το σώμα των εχθρών ως εξακόσιοι πεζοί και ιππείς και τον εβίασαν να κλεισθεί εντός της εκκλησίας, και τότε έβαλον πυρ εις αυτήν και τον έκαυσαν και εκείνον και όλους τους στρατιώτας του. Επομένως, θα λάβη την θέσιν του, αρχηγός των όπλων της επαρχίας Θηβών διορισθησόμενος από την Κυβέρνησιν, ο αδελφός του Γεώργιος Σκουρτανιώτης και θα καταπολεμήσει τους Τούρκους ως και εκείνος.

Στο ίδιο περίπου κλίμα κινείται και η Γενική Εφημερίδα (Φύλλο 11 της 10.11.1825) με την διαφορά ότι αναφέρει επιπλέον: ''...Επρόφτασε μετά ταύτα ικανή βοήθεια, πλην μάτην, επειδή έγινε πάρα καιρόν'' Χαρακτηριστικό ότι και η Γενική Εφημερίδα και ο Σπηλιάδης, αλλά και ο Ξάνθης ο Γεν. Αστυνόμος Αθηνών, χρησιμοποιούν την ημερομηνία 3 Νοέμβρη! Το γεγονός αναφέρει και ο Οικονόμου στην ''ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ''
Ο Τάκης Λάππας (ΑΘΑΝΑΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ) προσθέτει ότι τον καλογεράκο που αναφέρει ο Τσεβάς, τον λέγαν Πανάρετο. Αργότερα καλογέρεψε στο μοναστήρι της Ευαγγελίστριας στο Ζαγαρά (Ελικώνα) Είχε γράψει στο φύλλο του ευαγγελίου τα ονόματα αυτών, που πολέμησαν στην Αγία Σωτήρα. (Το φύλλο αυτό του ευαγγελίου, δυστυχώς δεν έχει βρεθεί. Υποσχόμαστε να κάνουμε μια προσπάθεια στη μονή για την ανεύρεσή του)
Γράφει ακόμη ο Λάππας, ότι προς βοήθεια για ενίσχυση του Σκουρτανιώτη, ήρθε ένας μικροκαπετάνιος Σουλιώτης στη καταγωγή ονόματι Ζέρβας, αλλά ήταν αργά.
Από τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη δε βρήκανε παρά μόνο το δεξί του χέρι που βαστούσε ακόμη το γιαταγάνι. Επειδή τα δάχτυλα ήταν τόσο σφιγμένα πάνω στη λαβή που ήταν πολύ δύσκολο να τα αποχωρίσουν, τελικά τον έθαψαν έτσι. Μαζί με το γιαταγάνι.

Σχετικά με την ημερομηνία, πράγματι υπάρχει μια σύγχιση. Ενώ ο Τσεβάς αναφέρει την 26η Οκτωβρίου, οι υπόλοιποι αναφέρουν την 3η Νοέμβρη. Διαβάζουμε στον ΓΙΩΡΓΗ Β. ΛΟΥΚΑ-ΦΑΝΟΠΟΥΛΟ ''Θήβα και Λειβαδιά, Χωραϊτες και χωρικοί'':
''...Ο Τσεβάς το γεγονός τόγραψε σύμφωνα με την εξιστόρηση του πατέρα του και του συμπατριώτη του αγωνιστή Γ. Γκέλη, όπως του τάπαν το τσοπανόπουλο και ο έγκλειστος με τον Σκουρτανιώτη καλόγερος.
Ο Γεν. Αστυνόμος Αθηνών Ανδρέας Ξάνθης, το πληροφορήθηκε από τον Μήτρο Βενιζέλο. Όσον αφορά τους άλλους, είναι ολοφάνερο, ότι ακολούθησαν την ημερομηνία και τα όσα ανέφερε στην έκθεσή του ο Αστυνόμος.
Έτσι, από μέρους μας είναι δύσκολο να τοποθετήσουμε με πεποίθηση την ακριβή ημερομηνία, μια που οι πηγές είναι διαβλητές, μ' όλον που από πρώτη παρατήρηση θα μπορούσαμε να αποκλείνουμε προς την ημερομηνία, που εκόμισε στην Αθήνα ο Βενιζέλος. Ήταν τόσο νωπό και πρόσφατο το τραγικό γεγονός.
Αλλά και την ημερομηνία, που αναφέρει ο Γ. Τσεβάς -αν και η εξιστόρηση έγινε μετά από χρόνια- δε μπορούμε να την αμφισβητήσουμε. Γι' αυτούς ήταν τόσο συγκλονιστικό το γεγονός, που δύσκολα θα μπορούσε να σβυστεί από τη μνήμη τους, έτσι όπως το έζησαν και το άκουσαν και οι οποίοι θα το θυμούνταν ως το θάνατό τους΄΄


Εμείς πάντως συγκλίνουμε στην ημερομηνία της 26ης Οκτωβρίου. Ο αγωγιάτης Βενιζέλος που πουλούσε βαμπάκι στην Αθήνα, απλά άκουσε μετά πό λίγες ημέρες το γεγονός και το μετέφερε. Πιθανόν να μη θυμόταν σωστά η να μη πρόσεξε την ημερομηνία και την διαβίβασε λάθος στον Αστυνόμο. Ο Γ. Γκέλης, φίλος, συμπολεμιστής του Σκουρτανιώτη, δε μπορεί να έκανε τέτοιο λάθος σε μια τόσο σημαντική για κείνον ημερομηνία.

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

Το χρονικό του ολοκαυτώματος (III)


Δυστυχώς η νέα αύτη των Τούρκων επικουρία ήτο μεγάλη, επί πλέον δε συνωδεύετο και υπο ιππικής δυνάμεως τριακοσίων ανδρών (κατά τον Σπηλιάδην απομ. τ. Β' σ. 472 οι κατά την διάρκεια της μάχης προσελθόντες Τούρκοι ιππείς ήσαν 600) εις τρόπον ώστε πάσα απόπειρα προς έξοδον ήτο αδύνατος, ολόκληρος δε η κατά της ηρωϊκής δρακός του Σκουρτανιώτου δατεθείσα τουρκική δύναμις συνεποσούτο εις 700-800 άνδρας.
Μετ' ολίγον αι επιθέσεις των Τούρκων ήρχισαν και πάλιν να γίνωνται ζωηραί και δεν απέμεινεν ήδη ελπίς εις τους 67 άνδρας, οίτινες μέχρι της στιγμής εκείνης ηγωνίζοντο ως γίγαντες, ει μη μόνον η νυξ. Δυστυχώς όμως και αύτη, ωσεί μη θέλουσα να ίδη την γιγνομένη φρικώδη ανθρωποθυσίαν εβράδυνε να εμφανισθή. Ήδη οι άνδρες δεν είχον ειμή ανά 5 φυσίγγια έκαστος. Τότε ο Σκουρτανιώτης διέταξε αυτούς να εισέλθωσιν εντός της εκκλησίας και διά να ενθαρύνη αυτούς είπε ''και τώρα δυνάμεθα να νικήσωμεν, εάν έκαστος εξ ημών φονεύση πέντε Τούρκους'' Ατυχώς η εκκλησία ούτε παράθυρα προσιτά είχεν, ούτε άλλας οπάς, ίνα πολεμώσι πάντες οι έγκλειστοι, διό η μάχη διεξήγετο μόνον από της θύρας και των συσπροσίτων θυρίδων.
Και την μεν θύραν της εκκλησίας κατέλαβεν ο Σκουρτανιώτης, ρίπτων ανά πάσαν στιγμήν Τούρκους νεκρούς τολμώντας να πλησιάσωσι, τα δε θυρίδας ο Δρίτσουλας, ο Κωνσταντίνος Σκουρτανιώτης αδελφός και Κωνσταντίνος Βιέννας, γυναικάδελφος του αρχηγού, πράττοντες αυτό. Τέλος ήλθε η στιγμή, καθ' ην πας πυροβολισμός εκ μέρους των Ελλήνων κατέπαυσε, διότι όλα τα φυσίγγια είχον καταναλωθή. Τότε οι Τούρκοι επέπεσαν, καθ' ομάδας, κατά της εκκλησίας και αναβάντες επί της στέγης και ανοίξαντες οπάς, έρριπτον δι' αυτών πίσαν, ρητίνην και θείον και άλλας ευφλέκτους ύλας, αίτινες καιόμενοι ανέδιδον δύσοσμα και δηλητηριώδη αέρια, τα οποία επροκάλεσαν τον θάνατο πάντων των εγκλείστων ηρώων, ων τα ονόματα ατυχώς δεν διεσώθησαν ίνα παραδώσωμεν αυτά εις την αθανασίαν.
Η νυξ είχεν ήδη αρχίσει ν' απλώνη επί της γης τον σκοτεινόν πέπλον της, όστις ανά πάσαν στιγμήν εγίνετο σκοτεινότερος. Τότε αι σάλπιγγες των τούρκων ήρχισαν να σημαίνωσιν εις απόστασιν τινά της εκκλησίας προσκλητήριον. Ποδοβολητός ίππων και κλαγγή όπλων και κινούμενων ανθρώπων θόρυβος, συν τω χρόνω μειούμενος, εδείκνυον ότι οι πολιορκηταί απεμακρύνοντο της εκκλησίας. Ήλθε η στιγμή καθ' ην πέριξ αυτής ουδέ ψίθυρος ηκούετο. Το παν είχεν ήδη υποχωρήσει εις το πυκνόν της νυκτός σκότος και τον ήχον των σαλπίγγων, αίτινες και αύται είχον πλέον καταπαύσει. Τότε δύο άνθρωποι έζων ακόμη εις την εκκλησίαν της αγίας Σωτείρας, ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης και εις καλόγηρος αγνώστου επωνύμου.
''Άφησέ με αρχηγέ να πάρω ολίγον αέρα'' είπεν ο καλόγηρος προς τον Σκουρτανιώτην, όστις διά της αριστεράς χειρός εκράτει την θύραν της εκκλησίας ημιανοικτήν, διά ν' αναπνέη και βλέπη και διά της δεξιάς την ένδοξον πάλλαν του, ετοίμη να πλήξη πάντα όστις ήθελε τολμήση να εισέλθη ''άφησέ με, έσκασα. Λυπήσου με, έφυγαν οι σκύλοι''
''Βάλε την μύτη σου εδώ και μη βιάζεσαι καλόγηρε'' είπεν ο Σκουρτανιώτης.
Ο καλόγηρος αναπνεύσας και εις στιγμήν, καθ' ην ο Σκουρτανιώτης, απησχόλει το πνεύμα του, τις είδε, τι διαλογιζόμενος, ήνοιξε την θύραν, έπειτα ενθαρυνθείς επροχώρησε προς τον περίβολον της εκκλησίας. Εκεί συνελήφθη παρά των Τούρκων κεκρυμμένων, οίτινες παρεμόνευον, ίνα σκυλεύσωσι τους νεκρούς μετά τον διασκεδασμόν των ασφυξιογόνων αερίων και πεισθείς είπεν ότι μόνον ο αρχηγός ζη πάντων των άλλων θανόντων. Τούτο ο διοικών την τουρκικήν φάλαγγα μαθών διέταξε την πάση θυσία εκπόρθηση της εκκλησίας και την σύλληψιν η φόνον του Σκουρτανιώτου. Τότε πολλοί των Τούρκων οπλισθέντες δι' εκρηκτικών συσκευών, είδος σημερινών βομβών, επετέθησαν κατά του Σκουρτανιώτου, όστις ηδυνήθη μεν να φονεύση τινάς εξ αυτών, τέλος όμως υπέκυψε, διότι εις των πολλών κατώρθωσε να κατευθύνη κατ' αυτού ανημμένην εκρηκτικήν βόμβαν, ήτις εκραγείσα κατέκαυσε και διεμέλισε αυτόν.
Τοιούτο υπήρξε το τέλος του στρατηγού Αθανασίου Σκουρτανιώτου και των μετ' αυτού πεσόντων 66 άλλων οπαδών του, τέλος εκ των ηρωικωτάτων και ενδοξοτάτων, διότι τοιούτοι ηρωϊσμοί δεν είνε συνήθεις εν τη ιστορία του κόσμου, όπερ εβύθισεν εις θλίψην σύμπασαν την Βοιωτίαν και Αττικήν, διότι επήλθεν ακαίρως και ασκόπως, χωρίς παρ' ουδενός ν' αναμένηται, αφού μετά δύο ημέρας επρόκειτο να δοθή μάχη, υπό συνθήκας ευνοϊκάς, καθ' ην επρόκειτο να κριθή η τύχη της Βοιωτίας και της Αττικής διά τον χειμώνα του έτους τούτου.
Η οδύνη της Βοιωτίας και ιδίως της επαρχίας Θηβών και μάλιστα Ταναγραίων επί τω θανάτω του Αθ. Σκουρτανιώτου υπήρξεν ανεκλάλητος. Έκαστος Βοιωτός επένθησεν επί τω θανάτω του τον πατέρα, τον προστάτην του, τον λυτρωτήν του. Οι Τούρκοι καίτοι ενίκησαν εν Μαυροματίω ουδόλως επωφελήθησαν της νίκης ταύτης, διότι υπέστησαν μεγίστας απωλείας, διό την επομένην θάψαντες τους νεκρούς των και αποκομίσαντες τους τραυματίας, ανεχώρησαν κατεσπευσμένως εις Θήβας και εκείθεν εις Χαλκίδα.

Το χρονικό του ολοκαυτώματος (II)


Την πρωίαν της 26ης Οκτωβρίου ευρέθη εις Μαυρομάτι μετά 70 άλλων και ουχί 47 ως αναφέρει ο Μ. Οικονόμου, διότι την τελευταίαν στιγμήν, προσετέθη και έτερον τμήμα εξ 23 άλλων υπό των εκ Βαγίων Αθανάσιον Τζουνάραν. Μεταβάντες εν σώματι εις την εκκλησίαν ησπάσθησαν τας εικόνας και παρέλαβον μεθ' έαυτών καλόγηρον τινά αγνώστου επωνύμου ον εύρον εις την εκκλησίαν. Έπειτα έσπευσεν αμέσως ο Σκουρτανιώτης να στείλη τον Δρίτσουλαν μετά δέκα ανδρών να παρακολουθή τας κινήσεις του εχθρού.
Ο Δρίτσουλας, όστις κατήγετο εκ Χωστίων της Θίσβης και ήτο γενναίος και τολμηρός πολεμιστής, αλλά τολμηρότερος του δεόντος και αισιοδοξότερος του πρέποντος, εις σημείον τι απέχον μίαν ώραν ΒΔ. του Μαυροματίου, είδε περί τους 20 Τούρκους ανιχνεύοντας ιππείς το έδαφος. Αντί ν' απομακρυνθεί αμέσως και ν' αναγγείλη τούτο εις τον αρχηγόν, έκρινε σκόπιμον να στήση παγίδα εις τους ιππείς τούτους. Προσβαλών αυτούς αιφνιδίως εφόνευσε τινάς εξ αυτών, αλλ' έμειναν πάντοτε αρκετοί, ίνα αναγγείλωσι το συμβάν εις το σώμα, εις ο ανήκον και παρακολουθήσωσι και τας κινήσεις του μικρού αποσπάσματος του Δρίτσουλα.
Ο Σκουρτανιώτης, ευθύς ως έμαθε τούτο, ενόησεν αμέσως τον κίνδυνον, εις ον εξετέθη το σώμα του και εξέπληξε τον Δρίτσουλαν διά την ασύνετον πράξιν του, ήτις επρόδωκε την θέσιν των και εματαίωσε την εκτέλεσιν του σχεδίου του. Διέταξε δε να ετοιμασθώσι να φύγωσι αμέσως, διότι μετ' ολίγον δε θα δυνηθώσι να πράξωσι τούτο.
Ο Δρίτσουλας όμως αντέστη, θερμώς παρακαλών τον Σκουρτανιώτην να μη φύγωσι και βεβαιών αυτόν ότι δεν θα είναι περισσότεροι των 150-200 οι μέλλοντες να επιτεθώσι κατ΄αυτών Τούρκοι. ''Θα κάνουμε εδώ αρχηγέ, ένα νέο χάνι της Γραβιάς. Θα πιάσουμε την μάνδρα της αγίας Σωτείρας, θα τσακίσουμε τους Τούρκους. Θα σώσουμε την πατρίδα. Θα δοξασθώμεν. Έτσι εκάναμε με τον Ανδρούτσο στο χάνι της Γραβιάς''
''Θα είναι πολλοί Δρίτσουλα και δεν έχουμε πολεμοφόδια και θα πάθουμε ό,τι έπαθεν ο Διάκος'' υπέβαλεν ο Σκουρτανιώτης.
΄΄Όχι αρχηγέ μου, δεν θα είναι περισσότεροι των 200, διότι είναι σκορπισμένοι. Εγώ ξέρω. Τους παρακολουθώ τόσον καιρό. Δεν πρέπει δα να είμεθα και τόσον δειλοί και να φεύγωμε σε κάθε σπουδαία περίστασι''
Η υπόμνηση του κατορθώματος του χανίου της Γραβιάς, αφ' ενός, η βεβαίωση αφ' ετέρου του Δρίτσουλα γνωρίζοντας τον τόπον και παρακολουθήσαντος τας κινήσεις των Τούρκων, ότι δεν θα είναι πλείονες των 200, εκλόνισαν τον Σκουρτανιώτην, όστις ήδη επέμενε εις την αναχώρησιν μετ' ολίγωτέρας επιμονής. Ενώ δε οι πλείστοι των ανδρών, εν οις και ο αδελφός του Κωνσταντίνος Σκουρτανιώτης ετάχθησαν με την ιδέα της παραμονής και αντιστάσεως, ο δε Σκουρτανιώτης δεν είχε εγκαταλείψει την σώτειραν ιδέαν της αναχωρήσεως, επιμένων ότι πρέπει αυτός να εκλέξη τον τόπον και τον χρόνον της μάχης και όχι οι Τούρκοι, την συζήτηση διέκοψεν η εμφάνισης μειρακίου τινός ευφυέστατου, αλλ' ανυποδήτου και ρακένδυτου, όπερ ασθμαίνον με φωνήν διακεκομμένην είπε: ''Καπεταναρέοι, έρχονται Τούρκοι πολλοί. Εγέμισαν το κάμπο. Τους είδα απ' επάνω απ' το μεγάλο πουρνάρι!''
Η άμεσος εμφάνιση των Τούρκων έδωκε τέρμα εις πάσαν πλέον συζήτησιν περί εκλογής του τόπου και του χρόνου της μάχης. Ο Σκουρτανιώτης εγερθείς της θέσεώς του είπεν εν οργή αναφερόμενος εις τον υπαινιγμόν του Δρίτσουλα ότι φεύγει εκ δειλίας. ''ας χαθώμεν λοιπόν διά να να μη μας επούν δειλούς'' και διέταξεν αμέσως να καταλάβωσι την μάνδραν της Αγίας Σωτείρας, ήτις έκειτο εις το δυτικό άκρον του Μαυροματίου 100 μέτραν μακράν του μεγάλου πουρναριού, όπερ ο μικρός Τάσσος -ούτω ονομάζετο το μειράκιον εκείνο- ως παρατηρητήριον.
Έπειτα καλέσας ονομαστί τέσσαρας εκ των ωκυποδεστέρων νέων, διέταξεν αυτούς να σπεύσωσι ν' αναγγείλωσι τα συμβαίνοντα εις όλους τους πολεμιστάς της Βοιωτίας και να καλέσωσιν αυτούς ''να έλθωσι να τους βοηθήσουν η να τους θάψουν''
Τέσσερις ανεμοστρόβιλοι εξεκίνησαν από το Μαυρομάτι την 1 μ.μ. της 26ης Οκτωβρίου 1825 και κατηυθήνθησαν προς τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος. Ήσαν οι αγγελιοφόροι του Αθανασίου Σκουρτανιώτου. Το μεσονύκτιον ολόκληρος η Βοιωτία εγνώριζεν την έναρξιν του δράματος, αλλ' ήτο αργά, διότι και ευχαί ακόμη των πολεμιστών ήσαν περιτταί, αφού το δράμα είχε τελειώσει πολύ πρότερον, περί την δύσιν του ηλίου.
Αι πρώται επιθέσεις των τούρκων ήσαν άγριαι και υπέρ το δέον τολμηραί. Εν αλαλαγμοίς και πατάγω και τυμπανοκρουσία γενόμεναι, σκοπόν είχον την τρομοκράτησιν και την λιποψυχίαν των Ελλήνων. Πολλοί των επιτιθέμενων έφθανον μέχρι του περιβόλου της εκκλησίας, ην εζήτουν να υπερπηδήσωσιν. Ολίγιστοι εκ τούτων επέστρεφον εις τας αρχικάς των γραμμάς, διότι οι αμυνόμενοι Έλληνες ου μόνον δεν απώλεσαν την ψυχραιμίαν και το θάρρος των, άλλ' ησθάνθησαν εν ταις ψυχαίς αυτών ογκούμενην την αγανάκτησιν, διά το θρασύν τρόπον της επιθέσεως των. Τοιαύτη ήτο η ψυχραιμία των Ελλήνων και η βεβαιότης προς την νίκην, ώστε ουδείς επρόσεχε τον πλησίον του, ουδείς ωμίλει, αλλά πάντες εμάχοντο άφωνοι αν θαυμαστή αταραξία, κεραυνοβολούντες με τα καριοφίλια των τους τολμούντες να πλησιάσωσι τον περίβολον της εκκλησίας. Τας πρώτας λυσώδους επιθέσεις, καθ' ας 150 περίπου Τούρκοι εκάλυψαν τον προ του περιβόλου της εκκλησίας χώρον, διεδέχθησαν άλλαι αραιότεραι και ασθενέστεραι και περί τας 3 μ.μ. έπαυσαν εντελώς. Ο Σκουρτανιώτης αποτεινόμενος τότε προς τους ατρομήτους εκείνους άνδρας, οίτινες τόσον ηρωικώς εμάχοντο είπεν. ''Σε λίγο η θα φύγουν οι Τούρκοι η θα έλθη εις αυτούς βοήθεια. Αυτό σημαίνει η παύσις της επιθέσεως. Εάν είχομεν πολεμοφόδια, ας ήρχοντο και άλλοι τόσοι. Η αγία Σωτείρα του Μαυροματίου θα επισκίαζε το χάνι της Γραβιάς''
Μόλις ετελείωσε την φράσιν ταύτην ο Σκουρτανιώτης, ηκούσθη η φωνή του μικρού Τάσου, όστις κατελθών εν τάχει του παρατηρητηρίου του, ανεριχήθη επί της μάνδρας της εκκλησίας και από του σημείου τούτου εφώναξε. ''Έρχονται και άλλοι πολλοί, απ' εδώ κι από κει και καβαλλαρέοι απ' επάνω!'' Καίτοι η είδησις αύτη ήτο ισοδύναμος προς άγγελμα θανάτου, εν τούτοις ουδενός εκ των εκεί μαχομένων εκλονίσθη το ηθικόν. Τότε ο Σκουρτανιώτης διέταξε να φείδωνται των φυσιγγίων και να πυροβολώσι μόνον όταν θα είναι βέβαιοι ότι έκαστος πυροβολισμός θα φονεύη και έναν Τούρκον.

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2007

Το χρονικό του ολοκαυτώματος (I)


Κατά Τσεβά
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ


Την μάχην του Μαυροματίου, έγραψα συμφώνως προς τας διηγήσεις του πατρός μου και του οπλαρχηγού Γ. Γκέλη, όστις τα προ της μάχης γεγονότα, έμαθε την ίδιαν νύκτα παρά του αγγελιοφόρου Τάσσου Καβά. Τα δε κατά την διάρκειαν της μάχης και μετ' αυτήν παρά του μικρού Τάσου και του καλογήρου, όστις αφέθη ελεύθερος υπό των Τούρκων πεισθέντων ότι ούτος ήτο όλως ανίκανος προς πόλεμον και ότι ήχθη βιαίως εις την εκκλησίαν υπό των επαναστατών, ίνα μη προδώση τας κινήσεις των εις τους Τούρκους.

Γεώργιος Δ. Τσεβάς




Επειδή η λεηλασία και η δήωσις των δυτικών δήμων της επαρχίας Θηβών και των ανατολικών τοιούτων της Λεβαδείας εξηκολούθει και έτεινε να εξολοθρεύση τας περιφέρειας ταύτας, οι κάτοικοι αυτών επεκαλέσθησαν την συνδρομήν του Σκουρτανιώτου, όστις ήδη είχεν αναγνωρισθή γενικός αρχηγός της Βοιωτίας, αλλ' όστις εισέτι είχε το στρατηγίον του εις τα Δερβενοχώρια, υπεσχέθησαν δε ν 'αναλάβωσι την συντήρησιν και την μισθοδοσίαν των υπ' αυτόν ανδρών. Ο Σκουρτανιώτης δεχθείς την πρόσκλησιν ταύτην ητοιμάζετο ν' αναχωρήσει εκ Δερβενοχωρίων. Πολλοί όμως εκ των κατοίκων τούτων εν οις και ο θείος του ο Παπαδιπλός ηναντιώθησαν εις την απόφασή του ταύτην , τον παρακάλεσαν δε να την αναθεωρήση, διότι η αναχώρησις αυτού θα εξέθετε εις μέγα κίνδυνον τα Δερβενοχώρια, τα οποία οι Τούρκοι της Χαλκίδος θα έσπευδον να καταστρέψωσιν εκδικούμενοι αυτά, δι 'όσα είχον πάθει παρ' αυτών κατά το διάστημα της επαναστάσεως.
Εις μάτην ο Σκουρτανιώτης προσεπάθησε να πείση τον Παπαδιπλόν, ότι δεν θα εγκαταλείψη τα Δερβενοχώρια, αλλά θα μετασταθμεύσει εις γειτονικόν μέρος, ένθα ήλπιζε να πλήξη καιρίως τους Τούρκους, οίτινες θα ήσαν του λοιπού ανίκανοι να βλάψουν τα τε Δερβενοχώρια και την λοιπήν Βοιωτίαν. Επειδή δε ο Παπαδιπλός επέμενεν επισείων τον κίνδυνον της ιδιαιτέρας πατρίδος του, ο Σκουρτανιώτης είπεν, ''ότι θα υπάγη, διότι έχει διαταγάς της κυβερνήσεως και διότι η πατρίς του δεν είναι μόνον τα Δερβενοχώρια αλλ' ολόκληρος η Ελλάς'' Οργισθείς δε επί τούτοις ο Παπαδιπλός κατηράσθη τον Σκουρτανιώτη ειπών: ''Να πας και να μη ξαναγυρίσεις'' Δε παρήλθε δε πολύς χρόνος και ηκούσθη ο τραγικός θάνατος του Σκουρτανιώτου, ον όλοι τότε απέδωκαν εις την κατάραν του Παπαδιπλού.
Ο Σκουρτανιώτης αναχωρήσας εκ Δερβενοχωρίων έφθασε διά Πλαταιών εις Νεοχώριον των Θεσπιών, όπερ εξέλεξεν ως κέντρον ενεργείας. Το Νεοχώριον είχε το πλεονέκτημα να κείται επί των υπωρειών του Ελικώνος και ουχί μακράν του Κιθαιρώνος και του Κορινθιακού κόλπου. Το Νεοχώριον όρισε ως κέντρον συγκεντρώσεως των διαφόρων υπ' αυτόν Θηβαϊκών σωμάτων, τα οποία έδρων από των προθύρων της Χαλκίδος μέχρι Κωπαϊδος και Δομβραίνης, κρατούντα εν αποκλεισμώ το φρούριον του Καραμπαμπά, παρενοχλούντα τους εκ Χαλκίδος εξερχόμενους Τούρκους και προστατεύοντα την χώραν. Ως βλέπωμεν, το υπό του Σκουρτανιώτου σώμα ήτο διηρημένον εις πολλά τμήματα και ένεκα τούτου δεν ηδύνατο ευκόλως να ενωθή και να πλήξη σοβαρώς τον εχθρόν, ουδέ ήτο ευχερής ο επί μακρόν εν τω αυτώ τόπω επισιτισμός ολοκλήρου του σώματος. Παρά τας δυσκολίας ταύτας ο Σκουρτανιώτης από του Νεοχωρίου εσχεδίασε, να προσβάλη τους περιτρέχοντας και λεηλατούντας την Βοιωτίαν Τούρκους μεταξύ Πέτρας και Θεσπιών. Υπολογίσας εύρεν ότι περί τα τέλη του Οκτωβρίου θα ήτο δυνατόν να εύρη τους Τούρκους εις κατάλληλον θέσιν, ίνα προσβάλη και συντρίψει αυτούς. Προς τούτο, πρώτον διέταξε τον πληθυσμόν των μερών τούτων να καταφύγει εις τα όρη, έπειτα ειδοποίησε τους οπλαρχηγούς των διαφόρων σωμάτων Γ. Κουκούλεζαν, Κώτσον Βόγκλη, Γεώργιο Γκέλη, Μήτρον Μπινιάρην, Κόλλιαν, Πετεινάρην, Κουμπίτσαν, Κιόκεν, Αλλέγραν και άλλους να ευρεθώσι την εσπέραν της 27ης εις Παραπούγγια. Και ωσεί προαισθανόμενος το ένδοξον, αλλά θλιβερόν τέλος του ''έχουμε γάμο, έγραφε, και δεν πρέπει να λείψη κανείς, διότι τέτοιο δεν θα ξαναϊδούμε άλλον''

Οδυσσέα Ελύτη ''Ο ύπνος των γεναίων''


Μυρίζουν ακόμη λιβανιά, κι έχουν την όψη καμένη από το πέρασμά
τους στα Σκοτεινά Μεγάλα Μέρη.

Κει που μεμιάς τους έριξε το Ασάλευτο

Μπρούμυτα, σ’ ένα χώμα που κι η πιο μικρή ανεμώνα του θα ‘φτανε
να πικράνει τον αέρα του Άδη

(Το ‘να χέρι μπρος, έλεγες πολεμούσε ν’ αρπαχτεί απ’ το μέλλον,
τ’ άλλο κάτω απ’ την έρμη κεφαλή, στραμμένη με το πλάι

Σαν να θωρεί στερνή φορά, μέσα στα μάτια ενός ξεκοιλιασμένου
αλόγου, σωρό τα χαλάσματα καπνίζοντας)

Κει τους απάλλαξε ο Καιρός. Η φτερούγα η μια, η πιο κόκκινη, κάλυψε
τον κόσμο, την ώρα που η άλλη, αβρή, σάλευε κιόλας μες
στο διάστημα.

Και καμιά ρυτίδα ή τύψη, αλλά σε βάθος μέγα

Το παλιό αμνημόνευτο αίμα που αρχινούσε με κόπο να χαράζεται,
μέσα στη μελανάδα τ’ ουρανού

Ήλιος νέος, αγίνωτος ακόμη

Που δεν έσωνε να καταλύσει την πάχνη των αρνιών από το ζωντανό
τριφύλλι, όμως πριν καν πετάξει αγκάθι αποχρησμοδοτούσε το
έρεβος…

Κι απαρχής Κοιλάδες. Όρη, Δέντρα, Ποταμοί

Πλάση από γδικιωμένα αισθήματα έλαμπε, απαράλλαχτη και ανα-
στρεμμένη, να τη διαβαίνουν οι ίδιοι τώρα, με θανατωμένο
μέσα τους τον Δήμιο

Χωρικοί του απέραντου γαλάζιου!

Μήτε η ώρα δώδεκα χτυπώντας μες στα έγκατα, μήτε η φωνή του Πόλου
κατακόρυφα πέφτοντας, αναιρούσανε τα βήματά τους.

Διάβαζαν άπληστα τον κόσμο με τα μάτια τ’ ανοιχτά για πάντα, κει
που μεμιάς τους έριξε το Ασάλευτο

Μπρούμυτα, κι όπου με βία κατέβαιναν οι γύπες να ευφρανθούν τον
πηλό των σπλάχνων τους και το αίμα.

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

Ποιος ήταν ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης (τμήμα II)


Κατά Τσεβά
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ θΗΒΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ

Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης επολέμησε και εκτός Βοιωτίας, συμπράξας μετά του Βάσσου, Κριεζώτου, Νικηταρά, Οδυσσέως Ανδρούτσου και άλλων, εις μάχας, καθ' ας διέπρεψεν επ' ανδρεία, συνέσει και στρατηγική ικανότι. Ήτο ρωμαλέος το σώμα, ευκίνητος και ωκύπους ως ολίγοι, γενναίος και συνετός, δίκαιος και ενάρετος. Ωμοίαζε κατά πολύ με τον Οδυσσέα Ανδρούτσον. Υψηλός, ευσταλής, δασύτριχος, με μαύρους οφθαλμούς, καστανάς τρίχας και γελώσαν φυσιογνωμίαν. Ένεκα δε των προτερημάτων τούτων, είχε κερδίσει ου μόνον των Δερβενοχωρίων την εμπιστοσύνην, των Ταναγραίων και Αυλιδέων αλλά και ολοκλήρου της επαρχίας Θηβών, ης είχεν ανεγνωρισθή γενικός αρχηγός. Λέγεται ότι η κυβέρνησις, ολίγας ημέρας προ του θανάτου του, είχε διορίσει αυτόν, γενικόν αρχηγόν Βοιωτίας και κατ' άλλους γενικόν αρχηγόν της ανατολικής Ελλάδος εις αντικατάστασιν του Γκούρα, όστις λόγω της δολοφονίας του Οδυσσέως, είχε καταστή πανδήμως μισητός και ότι συνεπεία του διορισμού τούτου, εγκατέλιπε τα Δερβενοχώρια και τον διορισμόν τούτον υπηνίσσετο όταν έλεγε εις τον Παπαδιπλόν οτι θα υπάγη, διότι έχει διαταγάς της κυβερνήσεως και ότι ανήκει εις την Ελλάδα και όχι μόνον εις τα Δερβενοχώρια.
Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης είχε την ιδιοτροπίαν να βαπτίζει τους φίλους του αξιωματικούς και στρατιώτας με παρώνυμα, τα οποία εις πλείστους παρέμειναν ως επίθετα, άτινα οι απόγονοί των υπερηφάνως φέρουσιν έτι και νυν. Ο Κουκούλεζας, ο Κώτσο Βόγκλης, ο Γεώργιος Γκέλης, ο Κουμπίτσας, ο Αλλέγρας, ο Κιοκές και άλλοι απώλεσαν τα πραγματικά των επίθετα, τα οποία ήσαν άλλα. Π.χ. ο Δήμος Κουκούλεζας, ον επωνόμασεν ούτω, διότι ηρέσκετο να τρώγη ζεστήν κουκούλαν, ωνομάζετο Γεωργίου. Ο Κώτσο Βόγκλης, ον επωνόμασεν ούτω διότι ήτο μικρόσωμος και κυρίως προς διαστολήν από του αδελφού του Κώτσου Σκουρτανιώτου και του γυναικαδέλφου του Κώτσου Βιέννα ωνομάζετο Σαρρής, επίθετον όπερ έφερον και οι πέντε άλλοι τούτου αδελφοί.
Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης, ήτο πρεσβύτερος των επτά αδελφών του. Είχε σύζυγον την Ειρήνη Ιωάννου Βιέννα εκ Δερβενοσαλεσίου, εξ ης απέκτησεν έναν μόνον υιόν τον Ιωάννη, ον θανών αφήκε εν ηλικία δύο ετών. Τούτου απόγονοι είναι πάντες οι εν Μουσταφάδες (σημερινή Καλλιθέα) της Τανάγρας Σκουρτανιώται. Το επίθετο του Σκουρτανιώτου ήτο Γάτσης, Αθανάσιος Γάτσης. Όταν δε κατέστη πασίγνωστος εκ των κατορθωμάτων του ως καπετάν Θανάσης, ο θρύλλος τω προσέθεσε το όνομα της ηρωϊκής πατρίδος του των Σκούρτων και ονομάσθη Αθανάσιος Σκουρτανιώτης. Το ένδοξον δε τούτο όνομα έλαβον έπειτα και οι εξ άλλοι αυτού αδελφοί, οίτινες πάντες υπήρξαν ονομαστοί πολεμισταί. Εκ των αδελφών του ο μεν Γάτσης αποπειραθείς προ της επαναστάσεως ν' απαγάγη νεάνιδα τινα και αποτυχών έφυγεν εις Σμύρνην, μη ανεχόμενος τα σκώμματα του κόσμου, διά το πάθημά του. Επανήλθεν όμως εις Ελλάδα άμα τη εκρήξει της επαναστάσεως και μετασχών γενναίως του αγώνος επέστρεψεν μετά το πέρας αυτού εις Σμύρνην, ένθα υπάρχουσιν ήδη απόγονοι φέροντες υπερηφάνως το όνομα του Σκουρτανιώτου. Ο Λουκάς τραυματισθείς εν τινι μάχη και μη δυνάμενος να θεραπευθή επείσθη να μεταβή εις Χαλκίδα και υποβληθή εις την θεραπείαν του φημιζόμενου Τούρκου ιατρού Κούρταλη, ένθα απέθανεν, ως λέγεται, δηλητηριασθείς υπ' αυτού. Ο Δημήτριος αποβαλών εν τινι μάχη τον ένα των οφθαλμόν του απέθανεν άτεκνος εν Λιάτανη μακρόν χρόνον ύστερον του τέρματος της επαναστάσεως. Ο Μιχάλης μετά την επανάστασιν εγκατεστάθη εις Αιδηψόν και τούτου απόγονοι είναι οι εν Αιδηψώ Σκουρτανιώται. Ο Κωνσταντίνος υπασπιστής ων του Αθανασίου εκάη μετ' αυτού εν Μαυροματίω. Ο δε Γεώργιος όστις ήτο ο νεώτερος πάντων διεδέχθη εν τη οπλαρχηγία τον Αθανάσιον και υπήρξεν εφάμιλλος αυτού διάδοχος. Την δράσιν αυτού θέλομεν ίδει εν τοις επομένοις ενταύθα, σημειούμεν μόνον ότι αποθανών εν Ωρωπώ άτεκνος υιοθέτησε τον ανεψιόν του Παναγιώτην, υιόν του αδελφού του Λουκά, ούτινος απόγονοι είναι οι εν Ωρωπία Σκουρτανιώται.


(Στον αναρτημένο πίνακα του συγκεκριμένου άρθρου που είναι δημιουργία του Piter Von Hess, εικονίζεται ο Αθανάσιος Διάκος με τους Δερβενοχωρίτες. Για πολλά χρόνια οι απόγονοι Σκουρτανιωταίοι πίστευαν (και πολλοί πιστεύουν ακόμα) ότι εκείνος που δίνει το φιλί στον μικρό του γιο είναι ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης. Είναι λάθος φυσικά -εκτός κι αν ο δημιουργός του πίνακα έχει εισάγει από τότε ένα είδος χρονικού σουρεαλισμού- δεδομένου οτι ο Διάκος πέθανε το 1821 και σύμφωνα με τα στοιχεία, ο μικρός Ιωάννης γεννήθηκε το 1823, γεγονότα που σημαίνουν ότι ο μικρός Ιωάννης και ο Διάκος δε συναντήθηκαν ποτέ. Όταν γεννήθηκε ο Ιωάννης, ο Διάκος ήταν ήδη δύο χρόνια νεκρός. Οι πολεμιστές είναι σίγουρα Δερβενοχωρίτες και δεν αποκλείεται ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης να εικονίζεται ενώ φιλά το μωρό, μόνο που δεν είναι ο γιος του. Όποιος έχει στοιχεία για τον συγκεκριμένο πίνακα, που αντίγραφά του αυτή τη στιγμή υπάρχουν στα περισσότερα σπίτια των Σκουρτανιωταίων, παρακαλείτε να τα στείλει.
Όπως και νάχει πάντως, το φιλί αυτό είναι συμβολικό και γι' αυτό το χρησιμοποιούμε και στην αρχική λεζάντα του ιστολογίου. Είναι το φιλί του γενναίου λίγο πριν φύγει για την τελευταία μάχη, το φιλί εκείνου που θυσιάζεται για την Ελλάδα που έρχεται. Αυτός ο ιερός ασπασμός, που εκφράζει την μεγάλη θυσία, την ανυπέρβλητη αγάπη του αποφασισμένου γι' αυτούς που θα μείνουν, ας είναι το σύμβολο τούτου του ιστολογίου, ας είναι η παρακαταθήκη που μας άφησαν ήρωες σα τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη)

Η αναφορά του Γεν. Αστυνόμου Αθηνών για το ολοκαύτωμα


Ταύτην την στιγμήν παρασταθείς ο Μήτρος Μπενιζέλος, Θηβαίος αγωγιάτης, όστις ήλθεν από Λειβαδιάν ταύτην την νύκτα με βαμπάκι, λέγει ότι εις Παλαιοπαναγιά ελθών, χωρίον των Θηβών, επληροφορήθη, ότι οι Τούρκοι της Ευρίπου, την Τρίτην ταύτην, κατά τας τρεις του μηνός, επέρασαν και επήγαν πάλιν έως Λειβαδιάν εις Καλάμι. Ολίγην βλάβην έκαμαν, όντες ειδοποιημένοι οι Λειβαδίται τον ερχομόν τους παρά του Αθανασίου Σκουρτανιώτου.
Εις την επιστροφήν τους κατά το Μαυρομάτι Θηβών, έτυχαν τον καπετάνιο Αθανάσιον Σκουρτανιώτη πλησίον μιας εκκλησίας. Εκεί είδεν ένα μέρος των Τούρκων ερχομένους, εμβήκεν εις το περιτείχισμα της εκκλησίας, επολέμησε μετ' αυτών έως το εσπέρας και εσκότωσε αρκετούς (πόσους δεν ηξεύρει ετούτος), έπειτα, ελθόν όλον το σώμα των Τούρκων ιππέων και των πεζών περίπου των εξακοσίων, επολιόρκησαν στενά την εκκλησίαν. Τότε, στενωθείς, εμβήκε μέσα εις την εκκλησίαν και εσφαλίσθη. Τότε οι Τούρκοι πλησιάζοντες, έβαλαν φωτιά εις όλα τα μέρη της εκκλησίας, έπειτα επάνω από τας τρύπας έρριψαν ρετσίνην και άλλας ύλας, ώστε οπού τους έκαψαν, 45 όλους όντας τον αριθμόν και έπειτα οι Τούρκοι, ανεχώρησαν προς Θήβας.
Οι εις τα πέριξ των βουνών χωρικοί, καταβάντες και ελθόντες εις την εκκλησίαν, τους εύρον καϋμένους και τα λείψανά τους εσώζοντο, επειδή και η εκκλησία ήτο θολωτή.

Αιωνία η μνήμη του γενναίου και πατριώτου μας Αθ. Σκουρτανιώτου.
6 Νοέμβρη 1825 τρεις ήμισυ ώρας της ημέρας.
Ο Γεν. Αστυνόμος Αθηνών
Ανδρέας Ξάνθης


πηγή: Γενικά αρχεία του κράτους και ΓΙΩΡΓΗ Β. ΛΟΥΚΑ-ΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ''θήβα και Λειβαδιά χωραϊτες και χωρικοί''

Ποιος ήταν o Αθανάσιος Σκουρτανιώτης (τμήμα I)


Κατά Τσεβά.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΗΒΩΝ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ

''Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης κατήγετο εκ Σκούρτων των Δερβενοχωρίων, τα οποία κατά και προ της επαναστάσεως ήσαν το μεγαλύτερον χωρίον της επαρχίας Θηβών. Εκεί εγεννήθει κατά το 1793 και κατά την παιδικήν αυτού ηλικίαν, εφοίτησεν εις την μονήν του Οσίου Μελετίου, ένθα έμαθεν ολίγα γράμματα. Ανδρωθείς προσελήφθη εις την υπηρεσίαν της μονής, ως ''γνωριστής'' των ποιμνίων αυτής, θέσις την οποίαν καταλαβάνουσι άνθρωποι δραστήριοι, ευσυνείδητοι και πεπροικισμένοι δι' απεράντου μνήμης. Ένεκα τούτου εγνωρίσθη με τους καλογήρους όλων των μονών Αττικής και Βοιωτίας. Εις τα μοναστήρια τα οποία τότε ήσαν πανεπιστήμια πολεμικών και πολιτικών γνώσεων, εδιδάχθη ο Σκουρτανιώτης τα πρώτα πολιτικά και πολεμικά μαθήματα.
Τα Δερβενοχώρια, ως είδομεν εν σελ. 141 απήλαυον επί Τουρκοκρατίας αυτονομίας τινός, καθ' ην πλην των άλλων, είχον δικαίωμα να καταρτίζωσι και διατηρώσι μικρόν σώμα εξ εντοπίων μαχίμων ανδρών προς τήρησιν της τάξεων, καταπολέμησιν της ληστείας και προφύλαξιν από επιδρομών. Του μικρού τούτου σώματος αρχηγός, ήτο ο Σκουρτανιώτης, όταν εξεράγη η ελληνική επανάστασις. Άγων τότε πολλούς Δερβενοχωρίτας ύψωσεν την σημαία της επαναστάσεως εκ των πρώτων εν Στερεά Ελλάδι και μετά του εκ Χασιάς Μελετίου Βασιλείου και του εκ Λεβαδείας Δήμου Αντωνίου εκυρίευσαν τας Αθήνας και επολιόρκησαν την Ακρόπολιν αυτών. Από των αρχών δε της επαναστάσεως, μέχρι του θανάτου του, διετέλεσε κύριος των Δερβενοχωρίων δηλ. της μεταξύ Πάρνηθος και Κιθαιρώνος χώρας, εξ ης ορμώμενος διέκοπτε συχνάκις τας συγκοινωνίας των Τούρκων της Χαλκίδος και των Θηβών προς τας Αθήνας και προς αλλήλας και διήρπαζε τας εφοδιοπομπάς και πολεμοφόδια. Κατά των Τούρκων ιδίως της Χαλκίδος, διεξήγε συνεχή και συστηματικόν πόλεμον. Οσάκις δεν είχε να προσβάλη τουρκικά αποσπάσματα περιτρέχοντα τα χωρία της Αυλίδος, επιτίθετο κατά τας μεσημβρινάς ώρας, κατά των εν τοις αγροίς εργαζομένων Τούρκων, ων διήρπαζε τα προϊόντα και τα ζώα. Τότε τα τουρκικά αποσπάσματα έσπευδον προς καταδίωξιν των Ελλήνων, αλλ' ούτοι εν τω μεταξύ είχον αποσυρθεί εις τα υπωρείας των γειτονικών ορέων, οπόθεν αμυνόμενοι εφόνευον πολλούς εκ των επιτιθέμενων Τούρκων, εάν δε εις τούτους εστέλετο βοήθεια τις εκ Χαλκίδος, αύτη έφθανε πάντοτε αργά, οπότε οι Έλληνες είχον ήδη τεθή υπό την προστασίαν του σκότους της νυκτός, διό οι Τούρκοι επέστρεφον άπρακτοι εις Χαλκίδα, ουχί δε σπανίως και σημαντικώς κατ' αριθμόν ηλαττώμενοι, διότι έπιπτον εις εστημένας παγίδας, καθ' ας πολλοί εφονεύοντο.
Ενίοτε όμως αι συχναί αύται επιδρομαί των Ελλήνων, απέβαινον εις βάρος αυτών. Εις μίαν τούτων απομονωθείς ο τολμηρός και ριψοκίνδυνος Γεώργιος Γκέλης, εσώθη μετά πολλού κόπου, χάρις εις την ευκινησίαν , την ωκυποδίαν και ανδρείαν του, υπό πέντε ιππέων καταδιωκόμενος, εξ ων εφόνευσε τρεις. Εις παρεμφερή περίπτωσιν ευρέθη και ο Κώτσο Βόγκλης, εν τινι επιθέσει κατά των Τούρκων στο Δήλεσι.Ευρεθείς προ δύο Τούρκων ιππέων εφόνευσε τον ένα, αλλά παρά του άλλου εύρε τοσαύτην αντίστασιν, ώστε ηναγκάσθη να μονομαχήση και να φονεύση μεν αυτόν, έλαβον όμως τόσα τραύματα, δια σπάθης εις την κεφαλήν και τας χείρας, ώστε όταν μετά πολλάς ώρας συνήντησε το σώμα του, δυσκόλως ανεγνωρίσθη υπό του Σκουρτανιώτου και των συντρόφων του, η δε μία των χειρών του, παρέμεινεν εις όλην του τη ζωή άχρηστος προς εργασίαν.
Ο Σκουρτανιώτης κύριος ως είπομεν, της Πάρνηθος μέχρι Κιθαιρώνος χώρας, είχε τρομοκρατήσει επί τοσούτον τους την πόλιν και πεδινά χωρία της Επαρχίας Θηβών Τούρκους, ώστε ούτοι, ου μόνον δεν εκακοποίουν τους Έλληνας κατοίκους των περιφερειών τούτων, αλλά εφέροντο προς αυτούς, ηπίως και πατρικώς. Αλλά και ο Σκουρτανιώτης ουδέποτε προσέβαλε τους Τούρκους των Θηβών, διό μεταξύ τούτων είχε δημιουργηθεί κατάστασις τις δυναμένη να θεωρηθή ως σιωπηρά σύμβασις αποχής από πάσης κατ' άλλων πολεμικής ενεργείας.
Ότε τις των οπλαρχηγών επρότεινε εις τον Σκουρτανιώτη να προσβάλωσι τους Τούρκους και να εκδιώξωσιν η αιχμαλωτίσωσι την εν Θήβας Τουρκικήν φρουράν, ούτος είπεν:
-Δεν συμφέρει, διότι η Θήβα έχει μεγάλο όνομα. Αν ακουσθή ότι έπεσε, θα στείλουν χιλιάδας στρατού να την ανακτήσουν και αλοίμονον τότε. Τι μας μέλει αφού κανείς δε μας πειράζει.

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2007

Πηγές από το βιβλίο του Γ. Δ. Τσεβά ''Ιστορία των Θηβών και της Βοιωτίας''


Θα παραθέσουμε εδώ τις αναφορές για τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη του ιστορικού Τσεβά.

ΑΙ ΘΗΒΑΙ ΚΑΙ Η ΒΟΙΩΤΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821-182

Πρώτη εισβολή τουρκικού στρατού στην Ανατολική Ελλάδα προς κατάπνιξη της επανάστασης του 1821

''...Ολίγας ημέρας βραδύτερον,(εννοεί μετά την 1η Απριλίου 1821) ύψωσε σημαίαν επαναστατικήν ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης εν Δερβενοχωρίοις και οι Χασιώται και οι Μενιδιάται υπό τον Μελέτιον η Χατζη-Μελέτην Βασιλείου εν Αττική...''

παρακάτω:

''...O Μεχμέτ Κιοσέ πασάς, εν Θήβαις διαμένων, έμαθεν ότι εις τα Δερβενοχώρια κατέφευγον πάντες οι εκ των πεδινών δήμων της επαρχίας επαναστατούντες, οίτινες ετίθεντο υπό τας διαταγάς του οπλαρχηγού Αθανασίου Σκουρτανιώτου. Απεφάσισεν όθεν να καταλάβει τα Δερβενοχώρια, το κρησφύγετον τούτο των επαναστατών και προς τούτο απέστειλεν ισχυρόν απόσπασμα εκ 500 ανδρών υπό τον Κιαμήλ βέην. Αναχωρήσαντες οι τούρκοι εκ Θηβών, έφθασαν εις τον Ασωπόν ποταμόν και διελθόντες την επ' αυτού γέφυρα του μητροπολίτου (Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένους) εχώρησαν προς τα Δερβενοχώρια λαβόντες την συντομωτέραν διά Γκούρεζας οδόν, την μάλλον ανάντη και δύσβατον, ην ήλπιζον να εύρωσιν αφύλακτον. Αλλ' όταν ε΄φθασεν εις τον αυχένα του βουνού εις θέσιν Ταμπούρι, 300 περίπου Δερβενοχωρίται υπό τον Αθανάσιον Σκουρτανιώτη υπεδέχθησαν διά ζωηρού και πυκνού πυρός. Προσβαλλόμενοι οιΤούρκοι πανταχόθεν παρά των εν μέσω λίθων, βράχων και χαραδρών μαχομένων Δερβενοχωριτών και λοιπών επαναστατών, ετράπησαν εις φυγήν αφήσαντες επί του πεδίου της μάχης περί τους εκατόν νεκρούς και τραυματίας. Οι διασωθέντες κατεδιώχθησαν παρά των ζωηρωτέρων μέχρι της πεδιάδος, όπου τμήμα ιππικού σταθμεύον παρά τον Ασωπόν, υπεστήριξε την εις Θήβας υποχώρησιν του όλου Τουρκικού αποσπάσματος. Εν τη μάχη αυτή, ήτις έλαβε χώραν την 25ην Ιουλίου 1821, έπεσαν γενναίως αγωνισθέντες 10 Δερβενοχωρίται, εν οις και ο πάππος μου Μελέτιος Τσεβάς.
Άλλην απόπειρα κατά των Δερβενοχωρίων δεν έκαμεν ο Μεχμέτ πασάς, αλλά περιωρίσθη εις τας Θήβας, ένθα περί τα τέλη Σεπτεμβρίου έφθασεν και ο Ομερ Βρυώνης...''

Παρατηρούμε δηλαδή πως η εκστρατεία τριών πασάδων (Ομέρ Βρυώνη, Κιοσέ Μεχμέτ και Βεϋράν με δύναμη περίπου 20000 άνδρες) τον καθοριστικό πρώτο χρόνο της επανάστασης, εκστρατεία που είχε σκοπό τη λύση της πολιορκίας της Τρίπολης, απέτυχε γιατί η εμπλοκή των στρατευμάτων σε μάχες στην Ανατολική Στερεά, απέτρεψε την βοήθεια των Τούρκων στην Πελοπόννησο. Καθοριστικότατο ρόλο στην αποτροπή αυτής της βοήθειας έπαιξε ο οπλαρχηγός Ανατολικής Στερεάς Αθανάσιος Σκουρτανιώτης. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι Τούρκοι μετά τις παρενοχλήσεις και μάχες που έδωσαν αυτό το διάστημα, ανεχώρησαν με τα στρατεύματά τους και από την Θήβα και από την Λιβαδειά και οπισθοχώρησαν τον χειμώνα προς Αταλάντη, Λαμία και μετά Ιωάννινα.

Σύντομη ιστορική αναδρομή των Δερβενοχωρίων


Απόσπασμα από άρθρο του Ευάγγελου Μίχα, τέως προέδρου κοινότητας Σκούρτων, ιστορικού-συγγραφέα.


Τα Δερβενοχώρια, ένα σύνολο πέντε χωριών που εκτείνεται δυτικά της Πάρνηθας, ανήκουν στην διοικητική και πληθυσμιακή δομή της Βοιωτίας και βρίσκονται ακροβολισμένα σε ένα γραφικό και γεμάτο έντονα χρώματα οροπέδιο, σε υψόμετρο 530 περίπου μέτρων. Οι πέντε οικισμοί που συγκροτούν το πλέγμα των Δερβενοχωρίων είναι η Πύλη, τα Σκούρτα, η Πάνακτος, το Πράσινο και η Στεφάνη.


Πανακτία ονομαζόταν η περιοχή του οροπεδίου των Δερβενοχωρίων από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Από τα αρχαία χρόνια μέχρι τα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής κυριαρχίας, ανήκε στην Αθήνα. Με την Ρωμαϊκή κυριαρχία προσαρτήθηκε στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Τανάγρας. Το οροπέδιο με το κάστρο της Πανάκτου, υπήρξε αιτία διαμάχης για την επικράτηση μεταξύ Αθηνών και Θηβών για πολλούς αιώνες και το 420 π.Χ. με δόλο το κατέλαβαν οι Θηβαίοι και κατέστρεψαν το κάστρο.
Τα Δερβενοχώρια ακολούθησαν τη τύχη της Βοιωτίας σε όλους τους ιστορικούς χρόνους, Ελληνιστικούς, Ρωμαϊκούς, Βυζαντινούς, Ενετικούς, Φραγκικούς και Καταλανικούς.
Στην εποχή των Καταλανών 1382 με πρωτοβουλία του Καταλανού διευθυντή Ραμόν ντε Βιλανόβα, εποικίστηκε η περιοχή με αρβανίτες.
Το 1460 στην Βοιωτία και τα Δερβενοχώρια κυριάρχησαν οι Οθωμανοί.
Τα Δερβενοχώρια ήταν η μοναδική περιοχή, που κατάφερε ύστερα από σκληρές συγκρούσεις με τους Τούρκους, να πετύχει από τον Σουλτάνο καθεστώς αυτονομίας και Αυτοδιοίκησης, προνόμιο μοναδικό στον Ελληνικό χώρο, γι' αυτό και τα Δερβενοχώρια ονομάστηκαν Ελευθεροχώρια.
Η χαρισματική φυσιογνωμία που δέσποσε όχι μόνο στα Δερβενοχώρια αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, ήταν ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης 1793-1825. Είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία. Πολιτικός και Στρατιωτικός Διοικητής της αυτονόμου περιοχής, στις 10 Απριλίου 1821 υψώνει την σημαία της Επαναστάσεως εκ πρώτων οπλαρχηγών Ρούμελης και την 26ην Απριλίου μετά των οπλαρχηγών Κων. Σκουρτανιώτη, Γεωργίου Σκουρτανιώτη, Κων/νου Βόγγλη, Γεωργίου Γκέλη και Χατζημελετίου Βασιλείου εκ Φυλής, υπό την αρχηγία του Δήμου Αντωνίου, απελευθέρωσαν την Αθήνα και απέκλεισαν τους Τούρκους στην Ακρόπολη. Μέσα Ιουνίου μάχεται στα στενά της Κάζας μαζί με τον Νικηταρά κατά του Τούρκου Πασά Ομέρ Βρυώνη. Τέλος Ιουνίου ο Σκουρτανιώτης μάχεται στα προ της Χαλκίδας στενά κατά της Τουρκικής στρατιάς του Μπερκόφ Σαλή και Ομέρ Πασά.
Την 25ην Ιουνίου παρά την θέση Ταμπούρι πύλης, μάχεται κατά των στρατευμάτων του Μεχμέτ Κιοσέ Πασά υπό του Κιαμήλ Μπέη με σημαντική (δύναμη;) των Δερβενοχωριτών.
Έλαβε ενεργό μέρος σε πολλές μάχες στην Αττικοβοιωτία και το δεύτερο και το τρίτο χρόνο του αγώνος και η συμβολή του στην απελευθέρωση με το βαθμό του Αντιστράτηγου ήταν καταφανής.
Άφησε τη τελευταία του πνοή στο ολοκαύτωμα του Μαυροματίου Θηβών την 26ην Οκτωβρίου 1825.
Τον Στρατηγό, διαδέχθηκε ο μικρότερος αδελφός του Γεώργιος Σκουρτανιώτης, ο οποίος αναδειχθηκε άξιος και εφάμιλλός του.Έλαβε ενεργό μέρος σε πολλές μάχες υπό τον Καραϊσκάκη, Κριεζώτη και Υψηλάντη στο Παλιό Φάληρο, Μαρτίνο, Μεσοβούνι Χαλκίδας και στην ιστορική μάχη της Πέτρας μαζί με τον Υψηλάντη, Κριεζώτη, Διοβουνιώτη, μάχη που σφράγισε το τέλος του πολέμου το 1829.
......................................