ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

H ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΘ. ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗ ΜΑΧΕΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΛΑΒΕ ΜΕΡΟΣ (τμήμα α')


(H περιοχή δράσης του Αθ. Σκουρτανιώτη κατά την επανάσταση του 1821. Δερβένια σημαίνουν περάσματα. Διακρίνονται με τις μωβ γραμμές οι δύο μοναδικοί οδοί Κάζα και Χασιά, επικοινωνίας της Αν. Στερεάς με την ΑΘήνα και την Πελοπόννησο, οδοί που ήταν υπό την άμεση ευθύνη και εποπτεία του Δερβενοχωρίτη οπλαρχηγού από την αρχή της επανάστασης μέχρι τον θάνατό του το 1825. Σε αυτή τη περιοχή έχει οργανώσει πριν ακόμη από την επανάσταση, δίκτυο πληροφοριών και τροφοδοσίας του και μέσα σ' αυτήν για τέσσερα ολόκληρα χρόνια μέσα στην επανάσταση, επέζησε μαχών και απείρων δυσκολιών. Η πρώτη απόπειρά του να βγει εκτός δικτύου και περιοχής του το Φθινόπωρο του 1825, δυτικά της Θήβας προς το Μαυρομάτι -δεν φαίνεται στον χάρτη- σημαδεύτηκε από τον θάνατό του)

Αρχηγός του στρατιωτικού αποσπάσματος Δερβενοχωρίων

Ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης πριν από την επανάσταση του 1821, ήταν στρατιωτικός Διοικητής και αρχηγός του αποσπάσματος των Δερβενοχωρίων. Πρόκειται για ένα απόσπασμα, αποτελούμενο κυρίως από άντρες που κατάγονταν από τα Δερβενοχώρια και είχε την άδεια συγκρότησης και δικαιοδοσίας στη περιοχή από τους ίδιους τους Τούρκους. Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς συγκροτήθηκε αυτό το σώμα κατά τη περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας. Αν λάβουμε υπ΄ όψη μας πάντως, πως διά μέσου αυτής της περιοχής συγκοινωνούσε η υπόλοιπη Στερεά με την Αττική, την Αθήνα και τον Πειραιά, βάση μόνο δύο κύριων οδών (Κριεκούκι-Κάζα-Ελευσίνα η μία και Ραμπντόσα-Σκούρτα-Χασιά η άλλη), τότε η σπουδαιότητα της περιοχής ήταν διαχρονικά μεγάλη (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο λόρδος Βύρων που κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στην Αθήνα το 1809, χρησιμοποίησε τον δρόμο Ραμπντόσα-Σκούρτα-Χασιά-Αθήνα). Αν λάβουμε υπ’ όψη μας ακόμα την μορφολογία του εδάφους της περιοχής, που ευνοεί την ύπαρξη ληστών, αφού μπορούσαν να εμφανίζονται ξαφνικά στα διάφορα στενά, να επιτίθενται στους εμπόρους και ταξιδιώτες και να εξαφανίζονται άμεσα στα βουνά, μπορούμε τότε να υποθέσουμε, πως η ανάγκη ενός τέτοιου αποσπάσματος απέναντι σε ληστές θα υπήρχε πολύ πριν από τη Οθωμανική κυριαρχία. Δεν αποκλείεται δηλαδή, οι Τούρκοι να βρήκαν το απόσπασμα από τους Βυζαντινούς (και εδώ έχουμε την απάντηση στο ερώτημα, γιατί το μοναστήρι του Οσίου Μελετίου είχε δικαιοδοσία πάνω του και είχε γνώμη στη επιλογή του αρχηγού του) ή τους Ενετούς και απλά οι Τούρκοι να το αποδέχθηκαν, αφού εξυπηρετούσε και τους ίδιους, διατηρώντας τις δύο οδούς προς Αθήνα καθαρές από ληστές.
Ο Τσεβάς βέβαια αναφέρει, πως τα μοναδικά αυτά προνόμια (διατήρηση αποσπάσματος, πολιτική και διοικητική αυτονομία, πλήρη κυριότητα γαιών και δασών) για την επαναστατημένη Ελλάδα, τα απόκτησαν οι Δερβενοχωρίτες από τους Τούρκους μετά από μακροχρόνια αντίσταση και υποτάγηκαν κατόπιν συνθήκης. Η ιστορία του αποσπάσματος όμως για την διατήρηση της τάξης από τους ληστές, ίσως πρέπει να ιδωθεί ως ξεχωριστή περίπτωση και ενδέχεται να έχει τις ρίζες της, πολλούς αιώνες πριν την Τουρκοκρατία.
Ο αριθμός του αποσπάσματος λίγα χρόνια πριν την επανάσταση, ήταν ελαστικός. Αριθμούσε, ανάλογα την περίσταση από τριάντα έως εκατό άνδρες. Η πληρωμή των αντρών γινόταν:
α)από τους ίδιους τους κατοίκους, που είχαν τα κοπάδια τους και το βιος τους στη περιοχή
β)από τη Μονή του Οσίου Μελετίου που ίσως ήταν η κύρια υπεύθυνη για το απόσπασμα και διέθετε και εκείνη κοπάδια και κτήματα στην ευρύτερη περιοχή γ)από περαστικούς ταξιδιώτες και εμπόρους που ζητούσαν περιστασιακά την συνδρομή του αποσπάσματος για να περάσουν ασφαλείς από τα επικίνδυνα σημεία.
Δε γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία που ο Σκουρτανιώτης έγινε αρχηγός του συγκεκριμένου αποσπάσματος. Από εκτιμήσεις που μπορούμε να κάνουμε, αυτό θα πρέπει να συνέβη ανάμεσα στο 1815 και το 1817. Ο Σκουρτανιώτης είκοσι δύο ή είκοσι τεσσάρων ετών τότε, είναι σε μια σχετικά ώριμη ηλικία να λάβει μια τέτοια θέση.
Ας παρακολουθήσουμε για λίγο τον Τσεβά σε αυτό το σημείο:
«…Η αυτονομία των Δερβενοχωρίων διήρκεσε καθ’ όλον το μακρόν διάστημα της Τουρκοκρατίας, εν δε τω μικρώ σώματι αυτών υπηρέτουν πάντες σχεδόν οι μάχιμοι άνδρες του μικρού τούτου κρατιδίου. Εκεί εγυμνάζοντο εις την χρήσιν των όπλων, εκεί εδιδάσκοντο την ιστορία της πατρίδος των, εκεί ελάμβανον μαθήματα φιλοπατρίας και εμελετώντο σχέδια επαναστάσεως και επλάττοντο όνειρα ελευθερίας. Αρχηγός του μικρού τούτου στρατού τας παραμονάς της επαναστάσεως, ήτο ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης. Ούτος μέλος της Φιλικής Εταιρείας ων και συμφώνως προς τα υποδείξεις εκείνης εργαζόμενος προητοίμασε δρακά τινα γενναίων ανδρών και επικεφαλής εκείνων τεθείς άμα τω συνθήματι της επαναστάσεως κατήλθε μετά των λοιπών παραπαρνηθίων οπλαρχηγών εις την Αττικήν και ηγωνίσθη προς κατάληψιν των Αθηνών…»
Δε μπορούμε να γνωρίζουμε εάν πράγματι το συγκεκριμένο απόσπασμα λειτουργούσε τόσο ειδυλλιακά ως εξέλιξη των αρχαίων Σπαρτιατών πολεμιστών όπως το τοποθετεί ο Τσεβάς, η ουσία όμως είναι ότι το απόσπασμα υπήρχε και αρχηγός του ήταν ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης.
Και φυσικά ο αρχηγός ενός τόσο σημαντικού αποσπάσματος πριν από την επανάσταση ακόμα, σίγουρα θα ήταν στόχος της Φιλικής Εταιρείας ώστε να τον μυήσει στο μεγάλο μυστικό. Είναι αδιανόητο δηλαδή η Φιλική Εταιρεία που πλησίαζε, ειδικά προς το τέλος, ευρύτερες μάζες Ελλήνων, να μη πλησίασε τον αρχηγό του ήδη υπάρχοντος στρατιωτικού αποσπάσματος των Δερβενίων, μιας τόσο σημαντικής περιοχής, για να τον χρησιμοποιήσει στρατιωτικά τη κατάλληλη στιγμή. Αυτή η σκέψη σε συνάρτηση με το γεγονός πως ο Σκουρτανιώτης δεν άργησε καθόλου να υψώσει την επαναστατική σημαία στα Δερβενοχώρια και τον Απρίλη του 1821, να λάβει μέρος στην άλωση της Αθήνας και στη πολιορκία της Ακρόπολης, μας δείχνουν πράγματι, πως ήταν μυημένος στο μυστικό της Φιλικής Εταιρείας, παρ’ ότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη γι’ αυτό. Δε μπορούμε να γνωρίζουμε φυσικά πότε ακριβώς εκείνος μυήθηκε. Μονάχα εκτιμήσεις μπορούμε να κάνουμε. Αν λάβουμε υπ’ όψη όμως, πως ο Σκουρτανιώτης ήταν γνωστός στη Θήβα, αφού μετέφερε εκεί τον συμβολικό φόρο των Δερβενοχωριτών, αν λάβουμε επίσης υπ’ όψη, ότι ακόμα και έμπιστοι Έλληνες των Τούρκων και του μπέη της Θήβας, όπως ο Λουκατζίκος ή ο Θρaψιάδης ήταν ήδη Φιλικοί και γνώριζαν τον Σκουρτανιώτη, η μύησή του -αν δε συνέβη νωρίτερα- θα πρέπει να συνέβη ανάμεσα στο 1818 και το 1820. Μπορούμε να συμπεράνουμε λοιπόν, πως ο Σκουρτανιώτης πριν από την επανάσταση, ήταν ήδη κρυφό όργανο της Φιλικής Εταιρείας και αφήνουμε ελάχιστες πιθανότητες για το αντίθετο.
Παρ’ όλα αυτά, μέχρι τις αρχές του Απρίλη του 1821 και το ξέσπασμα της επανάστασης, ο Σκουρτανιώτης φαινομενικά μένει πιστός στον αρχικό του ρόλο, να κρατά τις οδούς προς Αθήνα καθαρές από ληστές και να συνεργάζεται με τους Τούρκους για ειρηνικούς και εμπορικούς σκοπούς. Εκείνη την εποχή, η περιοχή δικαιοδοσίας του ήταν από Κριεκούκι, Κάζα, Ελευσίνα, Αθήνα, Χασιά, Τανάγρα, Σχηματάρι, Ωρωπός, Αυλίδα, μέχρι Θήβα. Και φυσικά, εντός των σημείων αυτών, τα Δερβενοχώρια.
Δύο είναι τα σημαντικά στοιχεία για τον Σκουρτανιώτη εκείνη την εποχή.
Το πρώτο, αρχίζει να οργανώνει ένα δίκτυο πληροφοριών ίσως και τροφοδοσίας στη περιοχή δικαιοδοσίας του. Θα πρέπει να υποθέσουμε, πως ο Σκουρτανιώτης με το απόσπασμά του, περιπολεί καθημερινά σε όλη αυτή τη περιοχή, έτσι ώστε πολύ γρήγορα να γνωρίζει, όχι μόνο κάθε χωριό, όχι μόνο κάθε δρόμο και μονοπάτι, αλλά και ανθρώπους. Γρήγορα κινητοποιεί λοιπόν, ένα δίκτυο πληροφοριών και τροφοδοσίας. Γνωρίζει κάθε μαντρί, κάθε τσοπάνο, κάθε χτίστη και αγρότη, κάνει φίλους δημογέροντες στα χωριά, παπάδες και καντηλανάφτισσες στις εκκλησιές, ηγούμενους, καλόγριες και μοναχούς στα μοναστήρια. Στρατολογεί άντρες από όλα τα χωριά αυτής της περιοχής, πολλούς με τη μέθοδο stand by (όταν παραστεί ανάγκη να είσαι έτοιμος) και μπορούμε έτσι να υποθέσουμε, πως ο Σκουρτανιώτης πολύ σύντομα, γίνεται αποδέκτης πάμπολλων πληροφοριών. Γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τι συμβαίνει στη περιοχή του. Την ελέγχει απόλυτα. Μπορούμε ακόμη να φανταστούμε, πως πολλοί τσοπάνηδες ή δημογέροντες ενδέχεται να τον τροφοδοτούν -με τη μορφή δώρου ή ακόμη και πληρωμής- με κρέας γάλα, τυρί και αλεύρι, αφού περιπολεί συνεχώς με τους άντρες του και όλοι τον χρειάζονται για να προσέχει το βιος τους, όχι μόνο από τους ληστές αλλά και από τους Τούρκους.
Και εδώ είναι το δεύτερο σημαντικό για τον Σκουρτανιώτη κατά την περίοδο πριν την επανάσταση. Γίνεται αποδέκτης, όχι μόνο πληροφοριών για ληστές (Έλληνες και Τούρκους), αλλά και παραπόνων από Έλληνες για άδικη δράση των Τούρκων εναντίον τους. Εδώ το σημείο είναι κομβικό. Το απόσπασμα του Σκουρτανιώτη, είναι επιφορτισμένο να κρατά τις διόδους ανοιχτές από ληστές, με την άδεια των Τούρκων. Τι γίνεται στη περίπτωση που μη ληστές Τούρκοι (αξιωματούχοι, φοροεισπράκτορες, πλούσιοι αγρότες, τσιφλικάδες, ερωτευμένα μπεγόπουλα) αδικούν Έλληνες; Ποιος είναι ο ρόλος του Σκουρτανιώτη σε αυτή τη περίπτωση που σίγουρα ήταν αποδέκτης όλων αυτών των παραπόνων από πλευράς των σκλαβωμένων Ελλήνων πριν από την επανάσταση;
Ο αρχηγός σε αυτή τη περίπτωση, περπατά σε ένα τεντωμένο σκοινί. Από τη μια γνωρίζει τα όρια της δικαιοδοσίας του, από την άλλη οι σκλαβωμένοι και αδικημένοι Έλληνες του κάμπου της περιοχής του, τον βλέπουν σα τη μοναδική σανίδα σωτηρίας και ως τη μοναδική τους ελπίδα. Ο Σκουρτανιώτης γίνεται από τη μια γνώστης του τεράστιου αυτού προβλήματος, από την άλλη καλείται εκ των πραγμάτων να δώσει τη λύση, αλλά είναι περιορισμένος. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο αρχηγός δεν είχε άλλο μέσο, παρά τη διπλωματία. Όταν ο Τούρκος που αδικούσε ήταν αξιωματούχος ή υψηλά ιστάμενος στην ιεραρχία, πιθανόν να παρενέβαινε διπλωματικά με τον τρόπο του «ευγενούς παραπόνου» για την άμβλυνση του προβλήματος και της αδικίας. Όταν ο Τούρκος που αδικούσε ήταν χαμηλά στην ιεραρχία, ενδεχομένως να χρησιμοποιούσε πιο «βίαια» μέσα, δεδομένου ότι είχε την δυνατότητα να χαρακτηρίσει ως ληστές, ακόμα και Τούρκους. Η ουσία είναι πως ο Σκουρτανιώτης ακόμη πριν την επανάσταση, είχε δημιουργήσει το δίκτυό του στη περιοχή και προστάτευε όσο μπορούσε με τον τρόπο του, τους Έλληνες του κάμπου. Με λίγα λόγια, η επανάσταση τον βρίσκει διαμορφωμένο αρχηγό, πανέτοιμο και πλήρως συνειδητοποιημένο, να εργαστεί πια γι’ αυτήν.



Μάρτης-Απρίλης 1821
Η Διαπραγμάτευση ειρηνικής αποχώρησης των Τούρκων από τη Θήβα
Συμμετοχή του Σκουρτανιώτη στην άλωση της Αθήνας και στη πολιορκία της Ακρόπολης


«…Ολίγας ημέρας βραδύτερον (εννοεί λίγες μέρες αργότερα από την 1 Απριλίου 1821) ύψωσε σημαίαν επαναστατικήν ο Αθανάσιος Σκουρτανιώτης εν Δερβενοχωρίοις και οι Χασιώται και οι Μενιδιάται υπό τον Μελέτιον ή Χατζη-Μμελέτην Βασιλείου εν Αττική… Πάντες ούτοι, επιπεσόντες κατά των Αθηνών εκυρίευσαν αυτάς την 26ην Απριλίου, βοηθούμενοι υφ’ όλων των περί Πάρνηθα αγροτών υπό την γενικήν αρχηγίαν του Βοιωτού Δήμου Αντωνίου…»



(Τσεβάς Ιστορία των Θηβών και της Βοιωτίας, σελ. 167)

Αυτή είναι λοιπόν η πρώτη πολεμική πράξη του Αθανασίου Σκουρτανιώτη. Λαμβάνει μέρος στην άλωση της Αθήνας και την πολιορκία της Ακρόπολης τον Απρίλη του 1821.
Πού βρισκόταν όμως ο οπλαρχηγός λίγες ημέρες πριν υψώσει και εκείνος την επαναστατική σημαία στις αρχές Απριλίου 1821;
Ας πάμε για λίγο στον Βαγιάννη, ο οποίος μπορεί να μας διαφωτίσει σε αυτό το σημείο:
«…Οι Θηβαίοι, άμα το τηλεβόλον ήρξατο εκτελούν το έργον της ελευθερίας, πάνοπλοι ευρέθησαν επί των ορέων. Πρώτοι οι Θεσπιείς κατελθόντες εκ του χωρίου Βάγια εις την θέσιν Άγιος Νικόλαος συνεπλάκησαν μετ’ ολίγων Οθωμανών και οι Πλαταιείς ένοπλοι αφιχθέντες παρέμενον μεσημβρινώς της πόλεως. Οι Τούρκοι υποχωρήσαντες επολιορκήθησαν εντός της πόλεως και ιδόντες προφανή τον κίνδυνον προσεκάλεσαν τους προκρίτους εν συμβουλίω. Την επομένην της ιεράς ημέρας συνελθόντες οι Οθωμανοί υπό τον Σαλή-Βέην απεφάσισαν ν’ αποσυρθώσιν εις Χαλκίδα και καλέσαντες επιτροπήν εκ μεν της πόλεως πενταμελή, εκ δε των επαναστατών τους Αθανάσιον Σκουρτανιώτη και Γεώργιον Πετηνάρην εξητήσαντο δεκαήμερον προθεσμίαν, όπως μεταφέρωσι τας αποσκευάς των εις Χαλκίδα. Οι Θηβαίοι μη έχοντες κατ’ αυτών αφορμάς συνήνεσαν εις πενθήμερον και εις την ανύψωσιν της σημαίας της ελευθερίας. Πάραυτα δε εν μέσω του αναβρασμού και της δεινουμένης καταστάσεως ο μεν Αθανάσιος Σκουρτανιώτης ανέλαβε την σύστασιν σώματος προς απόκρουσιν του εχθρού, εν δε τη πόλει ως και τοις πέριξ δήμοις ανετέθη τοις προκρίτοις η αστυνομική επιτήρησις. Όντως το πράγμα ην έξοχον να τίθενται αι πρώται βάσεις κανονικής τάξεως…»
Αυτά θα πρέπει να συνέβησαν ίσως την 25ην Μαρτίου 1821 και μετά. Με απλά λόγια, όσα αναφέρει ο Βαγιάννης σημαίνουν, ότι από την 25η Μαρτίου περίπου, Θεσπιείς που ήρθαν από τα Βάγια συνεπλάκησαν με μικρό απόσπασμα Οθωμανών στη Θέση Άγιος Νικόλαος και κινήθηκαν προς την Θήβα. Οι Πλαταιείς ήρθαν οπλισμένοι και περίμεναν νότια της πόλης των Θηβών. Ο Σαλη-μπέης θορυβήθηκε. Και φυσικά γνώριζε τον Σκουρτανιώτη όχι μόνο προσωπικά, αλλά ήξερε πως ήταν σώφρων και συνετός. Η προσωπική μου εκτίμηση λοιπόν είναι, ότι ο Σαλή-μπέης, κάλεσε τον αρχηγό των Δερβενοχωρίων για να σώσει αυτόν, την οικογένειά του και τους υπόλοιπους Τούρκους του Διοικητηρίου της Θήβας, από την απειλή. Ο Σκουρτανιώτης σπεύδει στη Θήβα και παίρνει μέρος στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην επιτροπή των προυχόντων της Θήβας, τους Έλληνες επαναστάτες και τους Τούρκους. Οι διαπραγματεύσεις δίνουν τελικά χρόνο πέντε ημερών στους Τούρκους να αποχωρήσουν στη Χαλκίδα με τις αποσκευές τους. Οι Τούρκοι θα πρέπει να αποχώρησαν πριν την 1η Απριλίου, γιατί σύμφωνα με τον Τσεβά, όταν ο Μπούσγος ήρθε εκείνη την ημέρα (1η Απριλίου) από την Λιβαδειά με εντολή του Διάκου να καταλάβει την Θήβα, η πόλη έπεσε αμαχητί, αφού οι Τούρκοι έλειπαν (Τσεβάς Ιστ. Θ. κ. Λ. σελ. 167)
Βλέπουμε δηλαδή τον Σκουρτανιώτη να αποτρέπει μια άσκοπη αιματοχυσία γυναικόπαιδων, να πετυχαίνει να φεύγουν οι Τούρκοι από τη Θήβα μέσα σε πέντε ημέρες και να πέφτει η πόλη στα χέρια των Ελλήνων. Λαμβάνει επίσης εντολή από τους δημογέροντες και την επιτροπή των Θηβών, να συγκροτήσει σώμα (μεγαλύτερο από αυτό που διέθετε) για τυχόν απόκρουση του εχθρού.
Δε γνωρίζουμε κατά πόσο ο Βαγιάννης διαθέτει αποδείξεις για όλα αυτά. Δυστυχώς όμως δεν έχουμε καμία άλλη πηγή για τη συγκεκριμένη περίοδο και μάλλον θα πρέπει, όχι μόνο να αρκεστούμε, αλλά και να στηριχτούμε πάνω του μιας και ο Λάππας το μόνο που κάνει είναι να κατηγορεί τους Θηβαίους πως δεν έκαναν τίποτα στην αρχή της επανάστασης και προσπαθεί εναγωνίως να μας πείσει πως η ελευθερία της Θήβας αυτές τις πρώτες ημέρες της επανάστασης, οφείλεται στον φόβο των Τούρκων του Διοικητηρίου στο άκουσμα της είδησης πως καταφθάνει ο Λειβαδίτης Μπούσγος που τον μπερδεύουν με τον Διάκο! Δεν υπήρχε στη Θήβα Σκουρτανιώτης, δεν υπήρχε Ζαρείφης, δεν υπήρχε Πετηνάρης, ούτε Μηνιός και Στάθης Κατσικογιάννης, δεν υπήρχαν οι Θηβαίοι, οι Βυλλιώτες, οι Βαγαίοι, οι Θεσπιείς, οι Ταναγραίοι, δεν υπήρχαν όλοι αυτοί και τόσοι άλλοι, η πόλη της Θήβας περίμενε την ελευθερία της από τους Λειβαδίτες κατά την άποψη ορισμένων Λειβαδιτών ιστοριοδιφών που θέλουν να ανεβάζουν συνεχώς το τόπο τους και να βγάζουν άχρηστους όλους τους άλλους. Η σελίδα που ο Λάππας αναφέρεται στη Θήβα εκείνης της εποχής, μονάχα χολή βγάζει και μάλιστα κατά πάσα πιθανότητα εσκεμμένη, για να έχει πάντα η Λειβαδιά το πάνω χέρι απέναντι στην ιστορική και αρχαία πόλη του Κάδμου. Ακόμα και εκεί που προσπαθεί να τους δικαιολογήσει τάχα, σπέρνει κι άλλη χολή με το να χρησιμοποιεί τον Φιλήμωνα που ανεβοκατεβάζει κι αυτός με τη σειρά του αμόρφωτους και ανθρώπους χωρίς επιρροή τους Θηβαίους. Άλλο πράγμα όμως η ιστορία και άλλο η πολιτική κύριε Λάππα και σεις στο συγκεκριμένο σημείο κάνατε μόνο το δεύτερο. Ο ρόλος και η συμβολή της Λειβαδιάς λόγω οικονομικής και γεωγραφικής θέσης στην ελληνική επανάσταση ήταν σημαντικότατος και αυτό δε μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Αλλά όταν φτάνουμε στο σημείο να βάζουμε το υποδεκάμετρο στη προσφορά του καθενός, κάποιο λάκκο έχει η φάβα. Και το θέμα είναι να μη κάνουμε πολιτική όσοι σκύβουμε να γράψουμε πέντε πράματα για την ιστορία του τόπου. Γιατί θα μπορούσαμε να πούμε πολλά και μεις για τους Λειβαδίτες που και εσείς στα έργα σας τους έχετε θεοποιήσει και μιλώ για κάποιους κοτζαμπάσηδες Λογοθέτηδες και κάτι τέτοιους «μορφωμένους» που έβριζαν τους Θηβαίους στους Υδραίους και πλούτιζαν μέσα στη Τουρκοκρατία εις βάρος του λαού τους, αποκτώντας Τούρκικες συνήθειες και φτιάχνοντας μέγαρα δίπλα στα σαράγια που τα ζήλευαν ακόμη και οι Ευρωπαίοι περιηγητές, τη στιγμή που οι υπόλοιποι Έλληνες ζούσαν σε τρώγλες. Αλλά να μη πιάσουμε αυτά. Σώνει. Και η μικρή τούτη οργή μου δεν απευθύνεται στους αγαπητούς Λειβαδίτες, παρά μόνο στο συγκεκριμένο σημείο και στις «αδελφικές μαχαιριές» της διήγησης του αξιολογότατου κατά τα άλλα ιστοριοδίφη και λογοτέχνη Τάκη Λάππα στο έργο του «Λειβαδιά και Λειβαδίτες στο ‘21».
Σύμφωνα με τον Βαγιάννη λοιπόν, ο Σκουρτανιώτης παίρνει εντολή από τους δημογέροντες των Θηβών, να συγκροτήσει σώμα για να αποκρούσει τυχόν αντεκδίκηση του εχθρού. Λίγες ημέρες αργότερα όμως, τον βλέπουμε να βρίσκεται στην άλωση της Αθήνας και στη πολιορκία της Ακρόπολης. Δε μπορούμε να γνωρίζουμε γιατί δεν έμεινε να προστατεύσει τη Θήβα ή γιατί δεν συγκρότησε σώμα από Θεσπιείς, Πλαταιείς κτλ. Είχε καθώς δείχνουν τα πράγματα, αυτή την ευκαιρία. Από τη μια στιγμή στην άλλη, θα γινόταν πρωτοκαπετάνιος ανατολικής Στερεάς με δικαιοδοσία ακόμα και στα δυτικά χωριά των Θηβών. Δε ξέρουμε όμως εάν κάτι τέτοιο ήταν στις προθέσεις του. Άλλωστε δεν είναι, παρά 28 ετών. Αυτό βέβαια εκ των υστέρων, μπορεί να θεωρηθεί ως λάθος, γιατί ήδη θα είχε δημιουργήσει επαφές και δίκτυο δυτικά και δε θα βρισκόταν ουσιαστικά ξένος μεταξύ ξένων στο Μαυρομάτι, τέσσερα χρόνια αργότερα. Το γεγονός είναι πάντως, πως ο Σκουρτανιώτης δε συγκρότησε σώμα με άντρες δυτικά των Θηβών εκείνη τη κρίσιμη στιγμή και δεν αύξησε την περιοχή ευθύνης του. Έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις ειρηνικής αποχώρησης των Τούρκων από τη Θήβα και έφυγε.
Οι λόγοι αυτής της φυγής, μπορεί να είναι πολλοί. Ενδέχεται να ήρθε σε επαφή με άλλους οπλαρχηγούς και να ανέλαβαν εκείνοι τελικά την ευθύνη προστασίας της Θήβας, αφού ήδη ο Σκουρτανιώτης είχε πάνω του το τεράστιο βάρος των Δερβενίων και της ευρύτερης περιοχής.
Βέβαια διακρίνουμε μία αποστασιοποίησή του όσον αφορά την Θήβα. Αποστασιοποίηση που έχει επισημάνει και ο Τσεβάς. Η φράση που μεταφέρει ο Τσεβάς πως είπε ο Σκουρτανιώτης σε ανύποπτο χρόνο, ως απάντηση σε πρόταση αξιωματικού του να επιτεθούν στη Θήβα και να διώξουν ή να αιχμαλωτίσουν τη φρουρά ''Δε μας συμφέρει διότι έχει μεγάλο όνομα. Αν ακουσθεί ότι έπεσε θα στείλουν χιλιάδες στρατού να την ανακτήσουν και αλίμονο τότε. Τι μας μέλλει αφού κανείς δε μας πειράζει'' δείχνει μια αποστασιοποίηση που όντως προβληματίζει. Ο Σκουρτανιώτης έχει πλήρη επίγνωση των συνθηκών της επανάστασης. Γνωρίζει ότι από τη στιγμή που οι Έλληνες επαναστάτησαν εναντίον των Τούρκων, ανά πάσα στιγμή ενδέχεται να κατέβουν κατά χιλιάδες στη Στερεά να καταπνίξουν την επανάσταση. Αυτή η φράση λοιπόν -αν ειπώθηκε πράγματι από τον Σκουρτανιώτη- ειπώθηκε ή πριν την επανάσταση, ή αναφερόταν σε μια συγκεκριμένη περίοδό της, που ο αρχηγός έβλεπε ότι δε συνέφερε τη συγκεκριμένη στιγμή να κατέβουν κατά χιλιάδες οι Τούρκοι. Πέρα από αυτή τη φράση όμως, διακρίνουμε όντως μια γενικότερη αποστασιοποίησή του όσον αφορά τη Θήβα, από τη πρώτη στιγμή.
Τα ενδεχόμενα αυτής της αρνητικής διάθεσης να αναλάβει την Θήβα, από τον Μάρτη του 1821, είναι τέσσερα.
Το πρώτο, ο Σκουρτανιώτης με τη σχετικά μικρή ηλικία και τη δύναμη των 150 αντρών που μπορούσε κάτω από αυτές τις συνθήκες να συγκροτήσει, έχει ήδη μεγάλη περιοχή υπό τον έλεγχό του. Η Θήβα ίσως να του είναι ένα πρόσθετο βάρος. Μπορεί ήδη να έχει προγραμματίσει με τον Χατζη-Μελέτη Βασιλείου από την Χασιά την επίθεση στην Αθήνα, οπότε η Θήβα είναι εξ’ αρχής εκτός του πλάνου του. Αν αναλάβει και την Θήβα, οι υποχρεώσεις του γίνονται σχεδόν ανεξέλεγκτες. Από την άλλη, διαφαίνεται ήδη ένα ενδιαφέρον προστασίας της Θήβας από οπλαρχηγούς, όχι μόνο από τα δυτικά χωριά των Θηβών, αλλά και από Λειβαδίτες, όπως ο Μπούσγος και αυτό ίσως να του λύνει τα χέρια. Δεν αποκλείεται δηλαδή, ο Σκουρτανιώτης να αποσύρεται προσωρινά από την ευθύνη της Θήβας, γι’ αυτούς τους λόγους.
Το δεύτερο ενδεχόμενο, η αμφιταλάντευσή του για το πώς θα πληρωθούν οι τυχόν μισθοί, εάν στη δύναμη του προσεταιριστούν άντρες δυτικά των Θηβών. Μέχρι τότε, είχε επιλύσει το πρόβλημα της μισθοδοσίας και του επισιτισμού των αντρών του, με τους παραδοσιακούς τρόπους, όπως είπαμε παραπάνω. Νέα δύναμη με άντρες δυτικά των Θηβών, αλλάζει ουσιαστικά την δομή του αποσπάσματός του και προκύπτουν νέα προβλήματα, που ο Σκουρτανιώτης, αδυνατεί τη συγκεκριμένη στιγμή να επιλύσει. Δεν υπάρχει ακόμη κυβέρνηση να μεριμνήσει για τους επαναστάτες. Αν λάβουμε υπ' όψη ακόμη -και αυτό είναι ολοφάνερο στις επιστολές του- πως είναι πρακτικός άνθρωπος που δε πετάει στα σύννεφα και μελετά το κάθε του βήμα, τότε μια τέτοια δυσκολία στην αρχή της επανάστασης, τον κάνει να είναι αρνητικός σε μια προοπτική αύξησης του στρατεύματός του με δυτικούς πολεμιστές.
Το τρίτο ενδεχόμενο είναι για λόγους συναισθηματικούς. Ο καπετάνιος των Δερβενοχωρίων, γνωρίζεται προσωπικά με τον Σαλή-μπέη και τους υπόλοιπους Τούρκους της Θήβας. Μετέφερε κάθε χρόνο τον συμβολικό φόρο και λόγω των καθηκόντων του με το απόσπασμα, είχε συχνές επαφές μαζί τους. Είχαν φάει και είχαν πιει μαζί και μέσα του πιθανόν να τιμούσε αυτή τη σχέση. Δεν ήθελε να βρεθεί ο ίδιος με το ξίφος γυμνό απέναντί τους. Δε κάνει το ίδιο βέβαια, όπως θα δούμε παρακάτω με τους Τούρκους της Χαλκίδας, που κυριολεκτικά γίνεται ο φόβος και ο τρόμος τους.
Το τέταρτο ενδεχόμενο απομάκρυνσής του από την Θήβα, η διάθεση των οπλαρχηγών από τα δυτικά, να συμπεριλάβουν την Θήβα στη δικιά τους περιοχή δικαιοδοσίας. Οι δυτικοί οπλαρχηγοί, ίσως έβλεπαν ως απειλή τον Σκουρτανιώτη εάν μεγάλωνε ο χώρος ευθύνης του και πιθανόν να αντέδρασαν στη παρουσία του εκεί. Μερικοί ενδέχεται να εξέφρασαν την επιθυμία να κατασφάξουν τους Τούρκους του Διοικητηρίου με τα γυναικόπαιδα και ο Σκουρτανιώτης να αντέδρασε, μαθημένος εδώ και χρόνια να τηρεί τη τάξη και να αντιτίθεται σε απάνθρωπες ενέργειες. Αλλά και ιδιοσυγκρασιακά δε μπορούσε να αποδεχθεί μια τέτοια πράξη. Πιθανόν λοιπόν τις πρώτες μέρες προσπάθειας κατάληψης της Θήβας, ο Σκουρτανιώτης να ήρθε σε αντίθεση με τους δυτικούς οπλαρχηγούς και να μη μπόρεσε να κρατήσει την Θήβα υπό την δικαιοδοσία του στη περίπτωση βέβαια που το επιθυμούσε. Η μικρή του ηλικία δεν ήταν άλλωστε, ποτέ καλός σύμμαχος γι’ αυτόν.
Γιατί θα πρέπει να καταλάβουμε κάποτε, πως πέρα από την επανάσταση εναντίον των Τούρκων, η ίδια αυτή επανάσταση κυοφορούσε μέσα της και έναν μυστικό μα λυσσαλέο πόλεμο μεταξύ των Ελλήνων οπλαρχηγών για περιοχές, για θέσεις και οφίτσια. Πάντα για περισσότερη εξουσία. Επομένως δε θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε, πως ο Σκουρτανιώτης, ‘’εκδιώχθηκε’’ κατά κάποιο τρόπο από τους δυτικούς οπλαρχηγούς, που ήθελαν να κάνουν τη Θήβα δικό τους τσιφλίκι. Το γεγονός αυτό σε συνάρτηση με τις μεγάλες ευθύνες του Σκουρτανιώτη ανατολικά και πιθανό ήδη προγραμματισμό του για επίθεση κατά της Αθήνας, ίσως να τον έκαναν χαλαρό στη διεκδίκηση της Θήβας τη συγκεκριμένη στιγμή. Σ’ αυτή τη περίπτωση μπορούμε με κάθε επιφύλαξη βέβαια να ισχυριστούμε, πως πιθανόν να αρχίζει μία βεντέτα ή να ανοίγονται λογαριασμοί μεταξύ του Σκουρτανιώτη και των δυτικών οπλαρχηγών, λογαριασμοί που ίσως δεν είναι ανεξάρτητοι, από τη καταστροφική μάχη του Μαυροματίου, τέσσερα χρόνια αργότερα.
Η ουσία πάντως είναι, πως μετά από αυτές τις διαπραγματεύσεις, ο Σκουρτανιώτης δε συγκροτεί σώμα για την υπεράσπιση της Θήβας όπως λέει ο Βαγιάννης ή όπως του πρότεινε στην αρχή η επιτροπή προκρίτων, αλλά επιστρέφει στα Δερβενοχώρια, υψώνει επαναστατική σημαία και ενώνεται τις πρώτες δέκα μέρες του Απριλίου στη Χασιά με τον Χατζη-Μελέτη Βασιλείου και τον Δήμο Αντωνίου, απ’ όπου επιτίθενται όλοι μαζί στην Αθήνα και πολιορκούν τους Τούρκους στην Ακρόπολη.


(συνεχίζεται)