ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Λίγα λόγια για τον πίνακα του Peter Von Hess






Ο Διάκος ξεσηκώνει τους Δερβενοχωρίτες

Ο Peter Von Hess (1792-1871) ήταν Γερμανός ζωγράφος, που ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τον Όθωνα το 1833 και ζωγράφισε σε αυτό το στάδιο της ζωής του σημαντικούς πίνακες, με θέματα από την επανάσταση και την εποποιία του 1821.

Ο πίνακας για τον οποίον μιλάμε, είναι ένα δημιούργημα  αγνώστου ζωγράφου στα μέσα του 19ου αιώνα, βασισμένου όμως σε πρότυπο του Peter Von Hess, που ονομαζόταν «Ο Διάκος ξεσηκώνει τους Δερβενοχωρίτες» ή ''Ο Διάκος οδηγεί τους Δερβενοχωρίτες στη μάχη''.

Πρόκειται για μια καταπληκτική ρεαλιστική σύνθεση κίνησης και δράσης. Ο θεατής νομίζει πως από στιγμή σε στιγμή, οι φιγούρες θα κινηθούν. Σαν κεντρική μορφή δεσπόζει η σκούρα ψιλόλιγνη φιγούρα του Διάκου με το σταυρό στο στήθος, που με ασκητικό, γαλήνιο και καθαρό πρόσωπο, δείχνει τον δρόμο για τον αγώνα, τη μάχη και το χρέος, έχοντας τεντωμένο το δάχτυλο του αριστερού του χεριού. Γύρω του πολεμιστές έτοιμοι να τον ακολουθήσουν. Ο θεατής νομίζει πως ακούει φωνές, ποδοβολητά, κλαγγές όπλων, κυριαρχεί μια βιασύνη παντού, μα ξαφνικά όλα σταματούν. Σα να μην ακούγεται τίποτα πια, ούτε καν μία ανάσα, τη ματιά του θεατή, μαγνητίζει μια συγκλονιστική λεπτομέρεια, που μάλλον αποτελεί και το κεντρικό θέμα του πίνακα. Μια καταπληκτική σκηνή αποχαιρετισμού. Ο πολεμιστής στο κέντρο του πίνακα κάτω από το δέντρο -που η θωριά και η κεντρικότητα της θέσης σε σχέση με τους υπόλοιπους, συνηγορούν πως είναι ο αρχηγός των Δερβενοχωριτών- φιλάει στο μάγουλο ένα μωρό. Το μωρό, σα να αισθάνεται τον κίνδυνο που σε λίγο θα ριχτεί ο πολεμιστής, σκύβει προς το μέρος του να τον αγκαλιάσει, σα να μη θέλει να τον αφήσει να φύγει. Πίσω τους, άλλη μια μητέρα με το μωρό της στην αγκαλιά, πολεμιστές έτοιμοι να κινήσουν, ενώ μια γυναικεία φιγούρα σχεδόν πεσμένη, έχει με το χέρι κρύψει το πρόσωπο.

 Εξ' αιτίας του τίτλου του, ο πίνακας έχει συνδεθεί από πολλούς μέχρι σήμερα, λανθασμένα με τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη και τους Δερβενοχωρίτες του, ενώ πρόκειται μάλλον για Δερβενοχωρίτες των χωριών Δαύλειας και Χαιρώνειας. Ο πίνακας είναι προβληματικός όμως εξ' αρχής ώστε να συνδεθεί με τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη και τον μοναχογιό του Ιωάννη. Στην πραγματικότητα ο Διάκος δε συναντήθηκε ποτέ με τους γνωστούς Δερβενοχωρίτες σε καμία μάχη. Ο θάνατος του Διάκου συνέβη τόσο νωρίς μέσα στην ελληνική επανάσταση, που μοιάζει παράλογο να συναντήθηκαν ποτέ μέσα σ' αυτήν. Στον έναν περίπου μήνα που πρόλαβε ο Διάκος να ζήσει την επανάσταση, οι Δερβενοχωρίτες βρίσκονταν ή στη Θήβα ή στην Αθήνα.  Όσο για το μωρό, είναι πέρα για πέρα λάθος να πιστεύουν κάποιοι πως πρόκειται για τον μικρό Ιωάννη -εκτός κι αν ο Peter Von Hess έχει εισάγει από τότε ένα είδος χρονικού σουρεαλισμού- δεδομένου ότι ο Διάκος πέθανε το 1821 και σύμφωνα με τα στοιχεία, ο μικρός Ιωάννης γεννήθηκε το 1823, γεγονότα που σημαίνουν ότι ο Ιωάννης και ο Διάκος δε συναντήθηκαν ποτέ σ' αυτήν τη ζωή. Όταν γεννήθηκε ο Ιωάννης, ο Διάκος ήταν ήδη δύο χρόνια νεκρός. Οπότε είναι σχεδόν αδύνατη η σύνδεση που έχει επικρατήσει μέχρι σήμερα.

Σύμφωνα με την Αργολική βιβλιοθήκη, ο συγκεκριμένος πίνακας συνδέται με τους Δερβενοχωρίτες των χωριών Δαύλειας και Χαιρώνειας...

''Ο Peter von Hess ακολούθησε το 1832 τον βασιλιά Όθωνα στην Ελλάδα μαζί με τα μέλη της, αντιβασιλείας έχοντας εντολή από τον βασιλιά Λουδοβίκο της Βαυαρίας να εικονογραφήσει θέματα από τη νεότερη ιστορία των Ελλήνων, με τα οποία θα κοσμούσε το βασιλικό ανάκτορο. Ο Hess πράγματι εξετέλεσε την παραγγελία και ετοίμασε 39 πίνακες σε σχέδια και ελαιογραφικά σκίτσα όπου απεικονίζονται η πολεμική δραστηριότητα, οι αγώνες και οι ηρωικές θυσίες των Ελλήνων τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα.
Τελικά τα έργα αυτά δεν τοποθετήθηκαν στη βασιλική κατοικία αλλά στη βόρεια στοά του Hofgarten, πάνω σε σχέδια του Klenze για να είναι προσιτά στους κατοίκους του Μονάχου σε μία προσπάθεια προσέγγισης του βαυαρικού και του ελληνικού λαού. Η μεταφορά στους τοίχους έγινε από το ζωγράφο Friedrich Christoph Nilson το 1841-1844. Οι στοές καταστράφηκαν, δυστυχώς, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα σωζόμε­να όμως σχέδια, που έγιναν με κάρβουνο σε χαρτί και σε σχετικά μεγάλες δια­στάσεις (περίπου 87×65 εκ.), τα ελαιογραφικά σκίτσα σε μικρές διαστάσεις 15,5×11 εκ. που διασώζουν τον χρωματισμό, τοποθετημένα ανά οκτώ σε χωριστά πλαίσια, και η λιθογραφική αναπαραγωγή τους το 1842 στο Μόναχο, με διευκρι­νιστικό κείμενο στα γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά και ελληνικά, διέσωσαν την εικό­να αυτού του εικονογραφικού προγράμματος.
Το έργο που παρουσιάζουμε  είναι αντίγραφο του τέταρτου θέματος μετά τον τίτλο του πρώτου πλαισίου και απεικονίζει τον Αθανάσιο Διάκο, ο οποίος, ως οπλαρχηγός της περιοχής της Λειβαδιάς από το 1820, στρατολογούσε άνδρες στα χωριά Δαύλεια και Χαιρώνεια που ονομάζονταν και αυτά Δερβενοχώρια.

Στη σκηνή απεικονίζεται ο Αθανάσιος Διάκος με το ένδυμα του κληρικού, αν και ήταν γνωστό ότι μετά την εμπλοκή του στον Αγώνα είχε αποβάλει το ιερατικό σχήμα. Πιθανώς ο Hess επιθυμεί να εξάρει τον ρόλο της εκκλησίας στην απελευθέρωση της Ελλάδας αλλά και το σημαντικό έργο που επετέλεσε για την εκπαίδευση του ελληνικού λαού, συμβάλλοντας στη διατήρηση της πίστης του και στη διάσωση της εθνικής του ταυτότητας.
Στο έργο απεικονίζεται η σκηνή αποχωρισμού των αγωνιστών της Επανάστασης από τις οικογένειές τους, ενώ ο Αθανάσιος Διάκος με μια αποφασιστική κίνηση του χεριού του τους υπενθυμίζει ότι έφθασε η ώρα της αναχώρησης.
Όπως γνωρίζουμε και από άλλα έργα του Hess, ο καλλιτέχνης παράλληλα με τα ηρωικά ανδραγαθήματα απεικόνισε και προσωπικές στιγμές των ηρώων, τις ταλαιπωρίες, τον πόνο, τις κακουχίες τα οδυνηρά επακόλουθα του πολέμου. Η σκηνή διαδραματίζεται στο ύπαιθρο σε κάποιο χωριό, όπως δηλώνει το μεγάλο δέντρο και το σπίτι αριστερά. Οι μορφές, καταλαμβάνουν ολόκληρο τον πίνακα και καθώς συνωθούνται για τον αποχαιρετισμό των οικείων τους, απο­κτούν μνημειακό χαρακτήρα και ανάγονται σε σύμβολα του αγωνιζόμενου λαού. Παρά τα αναγνωρίσιμα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, η ιδεαλιστική εμφάνιση και η σφιχτοδεμένη σύνθεση με τον επικό χαρακτήρα ανάγει αυτές τις σκηνές στη σφαίρα του μυθικού, με την εξιδανίκευση και αυτής ακόμη της ανθρώπινης πλευ­ράς του Αγώνα.''


Όπως και νάχει πάντως, ο πίνακας είναι ένα αριστούργημα. Το φιλί είναι συμβολικό και δρα καταλυτικά για όλη τη σκηνή. Είναι το φιλί του γενναίου λίγο πριν φύγει για την τελευταία μάχη, το φιλί εκείνου που θυσιάζεται για την Ελλάδα που έρχεται. Αυτός ο ιερός ασπασμός, που εκφράζει τη μεγάλη θυσία, την ανυπέρβλητη αγάπη του αποφασισμένου γι' αυτούς που θα μείνουν, ας είναι το σύμβολο αυτής της θαυμάσιας εικόνας, ας είναι η παρακαταθήκη που μας άφησαν ήρωες σα τον Διάκο και τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη.