ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Πέμπτη 29 Μαΐου 2008

Μυρίζουν ακόμη λιβανιά (1)

(Λογοτεχνική απόπειρα του ολοκαυτώματος)


Ο Θανάσης Γάτσης κρατώντας στο χέρι ακόμη το γράμμα της κυβέρνησης, κατευθύνθηκε στο παράθυρο. Κοίταξε έξω τη μεγάλη συκιά, που τα φύλλα της, είχαν αρχίσει για τα καλά να κιτρινίζουν και να πέφτουν. Ένας κόμπος είχε δεθεί στο λαιμό του. Όχι δεν ήταν όπως την περίμενε αυτή τη στιγμή. Η διαταγή της κυβέρνησης ήταν ρητή. Από τη μια τον όριζε αντιστράτηγο, απ’ την άλλη τον διέταζε να κατευθυνθεί δυτικά για να θέσει τέρμα στις επελάσεις του Ομέρ πασά του Ευρίπου. Ήταν πια αρχηγός ανατολικής Στερεάς. Mα αυτό πια δεν τον γέμιζε μονάχα περηφάνια και χαρά μα με ευθύνη. Και μεγάλα ερωτηματικά.
Η Ειρήνη ήρθε προς το μέρος του.
«Τι λέει;» τον ρώτησε.
«Βάλε στο σουρτζή* να φάει» απάντησε χωρίς να τη κοιτάξει.
Η Ειρήνη πήγε έξω. Ο ταχυδρόμος που είχε φέρει το γράμμα, περίμενε χαϊδεύοντας το άλογό του. Του έκανε νόημα να περάσει. Εκείνος πέρασε βγάζοντας το καπέλο του και χωρίς να μιλήσει κάθισε στο τραπέζι.
Ο καπετάνιος τριανταδύο χρονώ πια, γύρισε και κάθισε σκεφτικός απέναντί του. Έσκυψε κι άρχισε να ξαναδιαβάζει την επιστολή, αλλά τα γράμματα χοροπηδούσαν μπροστά του. Τη παράτησε στη μέση. Δεν ήταν πια ένας απλός πολέμαρχος, προστάτης των Δερβενοχωρίων. Η ευκαιρία που περίμενε εδώ και τέσσερα χρόνια, του δινόταν πλέον με τον καλύτερο τρόπο. Όχι μόνο τον είχαν προσέξει, αλλά τον είχαν διαλέξει μέσα από ένα πλήθος πολέμαρχων και οπλαρχηγών, για να συντονίσει τον αγώνα στη Βοιωτία. Τον είχαν διαλέξει όμως τη χειρότερη στιγμή. Η Βοιωτία τελευταία φυτοζωούσε. Ο πληθυσμός έφευγε, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί έλειπαν στη Πελοπόννησο για τον εμφύλιο που μαινόταν ακόμη. Τον είχαν καλέσει κι αυτόν στον εμφύλιο. Με τον έναν η τον άλλον τρόπο, όλες οι πλευρές ήθελαν να τον πάρουν με το μέρος τους. Αλλά είχε φερθεί έξυπνα. Αν ήταν να παρατήσει τα Δερβενοχώρια δε θα το έκανε για κανέναν εμφύλιο. Θα το έκανε μονάχα για να πολεμήσει τους Τούρκους. Είχε κατορθώσει, με τις συμβουλές βέβαια του θείου Παπαδιπλού, να κρατήσει μια στάση ουδετερότητας στις έχθρες μεταξύ των Ελλήνων. Όσο μπορούσε τουλάχιστον. Όλοι τον θεωρούσαν φίλο και όχι εχθρό. «Είμαι πολεμιστής» είχε πει στο Κωλέττη όταν τον είχε δει στη Χαλκίδα και κείνος κοίταζε με μαλαγανιές να τον πάρει με το μέρος του. Δε του άρεσε ο Κωλέττης παρ’ όλο που δε του φέρθηκε ποτέ άσχημα. Του είχε κάνει εντύπωση σ’ αυτόν το πολιτικάντη, πώς από τη πρώτη στιγμή που τον είδε, αντί να τα βάζει με τους Τούρκους κατηγορούσε τους Έλληνες. Μία ώρα που έμειναν περίπου μαζί, συνέχεια ενάντια Ελλήνων μιλούσε.
«Είμαι πολεμιστής και πολεμώ τους Τούρκους. Τίποτα άλλο δε ξέρω!» του είχε πει ξαφνικά κατάμουτρα, αλλά χωρίς να χάσει το χαμόγελό του.
Πιο πολύ τον είχε πειράξει όμως, ο τρόπος που τον κοίταξε, μετά από αυτή τη φράση, ο Κωλέττης. Όχι δεν ήταν θυμός. Δεν ήταν οργή για την φράση που ξεστόμισε. Ήταν πάλι ένα χαμόγελο. Πολιτικάντικο. Ένα χαμόγελο οίκτου. Και περιφρόνησης. Σα να τούλεγε: «Κορόιδο! Όταν εγώ θα διαφεντεύω, εσείς οι πολεμιστάδες θα με παρακαλάτε για οφίτσια ή να μη σας κλείσω φυλακή. Ή μπορεί και να σας έχει φάει το χώμα»
Ποτέ δε τον είχε ξεχάσει όμως ο Κωλέττης. Από τότε που τον είδε, συνέχεια τούστελνε χαιρετίσματα. Και τώρα, σίγουρα είχε βάλει το χέρι του σ’ αυτή την επιστολή. Αν και ήξερε πως δε θα πήγαινε ποτέ ανοιχτά με το μέρος του, μάλλον είχε διακρίνει σε κείνον, πως δε θα πήγαινε ούτε ενάντιά του. Όπως δε θα πήγαινε ενάντια σε κανέναν Έλληνα. Για τον καπετάν Θανάση Γάτση ή Σκουρτανιώτη όπως τελευταία τον έλεγαν οι μη Δερβενοχωρίτες, ο εχθρός ήταν ένας. Οι Τούρκοι. Για τον Κωλέττη, η Ελλάδα ήταν μια πίττα που σε λίγο θα ήταν μονάχα Ελληνική. Και έπρεπε να πάρει τη μεγαλύτερη μερίδα. Αλλά κι αν ο αγώνας δεν είχε αίσιο τέλος και κέρδιζαν οι Τούρκοι, τον ήξερε τον δρόμο. Θα επέστρεφε στο εξωτερικό απ’ όπου ήρθε να συνεχίσει τη ζωή του στα σαλόνια. Δεν είχε να χάσει τίποτα ο Κωλέττης. Η ελληνική επανάσταση για κείνον, ήταν απλά ένα παιχνίδι.
«Είχες καλό δρόμο;» ρώτησε το ταχυδρόμο που περίμενε σιωπηλός να τον σερβίρουν.
«Ναι καπετάνιο, κανένα εμπόδιο. Σφαίρα ήρθα»
«Φάε με την ησυχία σου, ξεκουράσου και πες στη κυβέρνηση πως πήρα το μήνυμα. Θα κάνω όπως ορίζουν»
«Εντάξει καπετάνιο»
Ο Θανάσης Γάτσης σηκώθηκε, έκρυψε το γράμμα στο κόρφο του και βγήκε στην αυλή. Ανάσανε βαθιά το ψυχρό Οκτώβρη σα νάθελε να πάρει δύναμη απ’ τον αέρα.
Και την ήθελε αυτή τη δύναμη.
Τώρα, όσο ποτέ…


(συνεχίζεται)




*Σουρτζής: ταχυδρόμος στην αρβανίτικη διάλεκτο.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Η ελληνική ιστορία, μας διδάσκει παρελθόντων των ετών αρκετά...
Ίσως μας όμως μας κρύβει ακόμη περισσότερα...
Και ίσως μας αποστερεί το γεγονός, νάρθουμε "πρόσωπο με πρόσωπο" με τα ιστορικά δρώμενα και τους "φυσικούς πρωταγωνιστές", ειδικά στην περίπτωση των Βοιωτών και ειδικότερα Βαγαίων, Μαυροματαίων, Θεσπιέων, Χωστιαναίων κλπ αγωνιστών και μαχητών του 1821...
Που στήριξαν πολύπλευρα τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και σε συγκεριμένες περιπτώσεις, έγιναν "παρανάλωμα του πυρός", όπως κατά κυριολεξία συνέβη στην Αγιά Σωτήρα Μαυροματίου το 1825... Τι όμως κληροδοτήθηκε στους επιγόνους αυτών των ηρωϊκών αγωνιστών; σε πολλές περιπτώσεις ούτε τα ονόματά τους διασώθηκαν ούτε η προσφορά τους εκτιμήθηκε...
Θύματα της ιστορικής λήθης και της ιστορικής αμνησίας...
Η ευθύνη βαρύνει πολλούς, που δεν φρόντισαν σε τοπικό επίπεδο ενώ είχαν τις γνώσεις και τις ιστορικές δεξιότητες, να προβούν στην συγκέντρωση του πλούσιου ιστορικού (αποδεικτικού) υλικού και να αποδώσουν τις δέουσες τιμές στους ηρωϊκούς αυτούς αγωνιστές... Ευτυχώς που φωτεινά πνεύματα, όπως ο γράφων, που αναπαριστά γλαφυρά, και, ομολογουμένως αριστοτεχνικά, την ομώνυμη μάχη της Αγιάς Σωτήρας και της μαρτυρικής μορφής του Αθαν. Σκουρτανιώτη, αποκαθιστά την ιστορική τάξη και βάζει τέλος στην "ιστορική αταξία"...
Για να μάθουμε και όσα πρέπει και όπως πρέπει...
Έστω και τώρα, ποτέ για τη διακρίβωση και ταυτοποίηση της ιστορικής αλήθειας, δεν είναι αργά, ειδικά όταν αποδίδεται ο αναγκαίος ιστορικός φόρος τιμής...
Ως ερευνητής της τοπικής ιστορίας των Βαγίων συναισθάνομαι και προσυπογράφω αυτές τις εργώδεις προσπάθειες του ιστοριοδίφη και απλά επισημαίνω:
Ότι αν κάποιος "εντρυφήσει" στα Ιστορικά Αρχεία του 1821 της Εθνικής Βιβλιοθήκης. εκ παραλλήλου, με τις ιστορικές περί Βοιωτίας καταγραφές αρκετών συγγραφέων ιστορικών και προεξάρχοντος του αείμνηστου Τσεβά, θα μείνει αποσβολωμένος με την τοπική προσφορά, στην εθνική υπόθεση...
Θα "ανατριχιάσει" και με έκσταση θα δει να περιγράφονται ιστορικά γεγονότα, μνημειώδεις μάχες στη Βοιωτία και αλλού, ανεκτίμητες οι πολεμικές τους υπηρεσίες...
Αλλά παραμένουν όλα αυτά στα Ιστορικά Αρχεία και σε ελάχιστα ιστορικά βιβλία...
Χωρίς οι σύγχρονοι Βοιωτοί, να γνωρίζουν τους λόγους, που πρέπει να καμαρώνουν για τους προγόνους τους...
Ευτυχώς που η ηλεκτρονική πλέον γραφίδα και οι φιλόξενες ηλεκτρονικές πύλες, έδωσαν την "ιστορική ευκαιρία", να εξωτερικευτούν οι έρευνες, να σχολιαστούν, ναν έρθουν στο φως σημαντικές και πολύτιμες ιστορικές πληροφορίες...
Προσπάθεια που πρέπει να συνεχιστεί και να μεγεθυνθεί...
Προσθέτοντας όλοι όσοι μπορούμε ένα λιθαράκι...
Τόχει ανάγκη ο τόπος, η περιοχή ο Νομός μας...
θερμά συγχαρητήρια λοιπόν, στον ακούραστο "ιστορικό εργάτη" του παρόντος πονήματος!!!
Η τοπική μας ιστορία, δεν είναι αμελητέα και αδιάφορη...
Η εκ Βαγίων "SFIGGA"