ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΟΥΡΤΑΝΙΩΤΗΣ

...κρίνω περιττόν να αναφέρω τον ένθερμον ζήλον, και τας όσας κατά δύναμιν εκδουλεύσεις εδυνήθην να προσφέρω εις την πατρίδαν και εις όσον καιρόν εφύλαττον τον τόπον θηβών δεν απετόλμησε ο εχθρός να κάμη την παραμικράν καταδρομήν. σπεύδω λοιπόν να προσφέρω και αύθις εις την σεβαστήν διοίκησιν τον ίδιον ζήλον μου και επειδή ο εχθρός καθημερινώς λεηλατεί και αιχμαλωτεί τους αδελφούς μας και ο τόπος επαπειλείται από μέγαν κίνδυνον... να δυνηθώ να προφθάσω τους δυστυχείς αδελφούς μας από τον επαπειλούμενον κίνδυνον. μ' όλον ότι εισέτι δεν ημπορώ να ησυχάσω από τους δριμυτάτους πόνους της πληγής μου, δε βαστά η ψυχή μου να βλέπω τους αδελφούς μας να αιχμαλωτούνται αδίκως...


τη 20 μαϊου 1825
ναύπλιον
ο πατριώτης
αθανάσιος σκουρτανιώτης

Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Θανάσης κάνει πόλεμο!

 



 

Οι πέρδικες της Ρούμελης και του Μoριά τ' αηδόνια

γοργά γοργά εκκίνησαν, να παν στο Μαυρομάτι

ακουρνιαχτός και σύγνεφο, πέταλα βγάνουν σπίθες

σαν τα σβαρνίζουν τ' άλογα στης εκκλησιάς τη μάντρα

 

Πέφτουν τ' αηδόνια στα κλαριά κι οι πέρδικες στα βράχια

σκύβουν να ιδούν τι γένεται στo λόφο της Σωτήρας

ο Σκουρτανιώτης πολεμά μ' εξήντα παλληκάρια

τους έκλεισαν οι Αγαρηνοί και ήταν εννιακόσιοι

 

Τέσσερα λάφια έστειλε, να πάνε το μαντάτο

να τον συνδράμουν οι Έλληνες ή όλους να τους θάψουν

«Έχουμε γάμο» μήναγε «κανένας να μη λείψει...

που τέτοιον δε θα ματαδεί, ποτέ κανένας άλλος!»

 

Λυσσάνε τα παλιόσκυλα... μάχη εκ του συστάδην

μα όλοι τα πόστα τους βαστούν, κανένας δεν κιοτεύει.

το βοϊδοκέρατο λαλεί... οι Τούρκοι κάμουν πίσω

κι ο καπετάνιος χούγιαξε σ' όλα τα παλληκάρια...

 

«Κάθε φωτιά και κούτελο, κάθε σπαθιά κεφάλι

δε θα περάσει άπιστος ετούτη εδώ τη μάντρα!»

Βαρούν τα τουμπελέκια τους, πιάσαν κι ανηφορίζουν

τα άλογα αφρίζουνε, πετάγονταν τα σάλια

 

«Αγάντα ωρέ λεβέντες μου και θα γυρίσουν πίσω!»

Κοιτάει τον Πανάρετο, βαστά κι αυτός δυο πάλες...

Εσώσαν τα φουσέκια τους, σπάσαν τα γιαταγάνια

η εκκλησιά σα μάνα τους, τους βάζει μες στα σπλάχνα

 

Σαν τα διαβόλια ανέβηκαν, οι εχθροί στα κεραμίδια

κι ο ήλιος εβασίλεψε μη δει τι θα απογίνουν

κράζουν... φωνές, αλαλαγμοί, κάνουν χαρά οι Περσιάνοι,

και το ρετσίνι μύριζε, σαν νάτανε λιβάνι...

 

Κάνουν να βγουν, ορυμαγδός, οβούζια και βόλια

πάλιν εντός τους στένεψαν, κοιτάζουν τους Αγίους

μια φλόγα πέφτει απ' τη σκεπή... θειάφι, ρετσίνι, πίσσα

τους λαμπαδιάζουν ζωντανούς σάμπως να ήταν δάδες

 

Τα μεδουλάρια λιώνουνε,  αρπάζουν οι παλάσκες

και τα τσαπράζια γίνονται σταυροί του μαρτυρίου

στήνουν χορό με τους νεκρούς, πέφτουνε ένας ένας

με τη φωτιά τριγύρω τους σα θάνατος να καίει...

 

Έψελνε ο Πανάρετος σιγά "Τη Υπερμάχω"

ο Καπετάνιος τον τραβά, τον σέρνει ως στην πόρτα

οι δυο τους απομείνανε... δε παίρνουν πια ανάσα

ξοπίσω τους εκείτονταν εξήντα παλληκάρια

 

«Θανάση άσε με να βγω, να πάρω λίγο αγέρα»

«Καλόγερε μην βιάζεσαι, δεν είν' ακόμα ώρα»

Ζαλίστηκεν ο δράκοντας μα το σπαθί κρατάει

πηδάει ο καλόγερος και μοναχός το σκάει...

 

Δεν κάμει δέκα δρασκελιές, τον πιάνουν τα ζαγάρια

ζητάγανε να μάθουνε τι γίνεται εκεί μέσα...

«Κάνεις μας δεν απόμεινε, μονάχα ο καπετάνιος

μα όποιου ακόμα του βαστά, ας τη διαβεί την πόρτα...»

 

Σαν άκουσαν οι άπιστοι πως ζει ο καπετάνιος,

δεν άκουσαν χειρότερο, τους έπιασε τρεμούλα

κι ας έμαθαν πως ήντανε πολύ ζαλαϊσμένος...

ο Λέοντας σαν ξεψυχά δείχνει την δύναμή του

 

«Κοπιάστε μέσα μπέηδες , κοπιάστε μέσα αγάδες

να ιδείτε πως τα σφάζουμε, εμείς τα μουνουχάρια!»

Βάλαν οβούζια δυνατά  με μακριά φυτίλια

τ' ανάψανε και σκάσανε... τον έκαμαν κομμάτια

 

Οι περδικούλες σκιάχτηκαν, βγήκαν από τις κούρνιες

τραβούσαν τα μικρούλια τους, να ιδούν το Καπετάνιο

που μοναχός ανέβαινε, με το σπαθί στο χέρι...

 

 

Εν Σκούρτα Βοιωτίας

Δερβενοχώρια

27.3.2021

Σάββας Καρασάββας...


Δεν υπάρχουν σχόλια: